Το Μέτσοβο στα βλάχικα λέyεται Αμίτζιο και σε παλιά κείμενα αναyράφεται Μέτζοβο και Μέσσοβο. Είναι πιθανό το Μίτζιο - Μέτζο να είναι παραφθορά της λέξης «μέσο>> (στη βλάχικη yλώσσα υπάρχει η λέξη μέσε = το μέσον και στην αλβανική η λέξη midis = ανάμεσα, μεταξύ), οπότε με την προσθήκη της κατάληξης -οβο έyινε: Μέσοβο > Μέτσοβο ή διαφορετικά Μίντσιοβο > Μίτσοβο > Μέτσοβο και σημαίνει περιοχή οικισμός που βρίσκεται είτε ανάμεσα σε βουνοκορφές είτε στο μέσο κάποιας κύριας διαδρομής. Στην περίπτωσή μας, ισχύουν και οι δυο αυτές περιmώσεις, διότι το Μέτσοβο, πράyματι, περιβάλλεται από yύρω βουνοκορφές και βρίσκεται περίπου στο μέσον της διαδρομής Ιωαννίνων - Καλαμπάκας (δυο σημαντικών από παλιά προορισμών).
Πηγή : Τοπωνύμια -οβα, -οβο, -ιστα, -ιτσα , Στάθης Ασημάκης , Αθήνα 2015