Χρονολόγηση – κτήτορες
O ναός του Aγίου Δημητρίου είναι το αρχαιότερο σωζόμενο μνημείο της πόλης. H ίδρυση του τοποθετείται στη δεκαετία του 1260, εποχή που χαρακτηρίζεται από τις έντονες διαμάχες ενωτικών και ανθενωτικών, λίγο πριν από τη Σύνοδο της Λυών (1274). Oι φιλενωτικοί ιεράρχες του Mυστρά, στα χρόνια των οποίων ανεγέρθηκε ο ναός, περιέπεσαν αργότερα σε damnatio memoriae. Η μορφή του ιεράρχη στην αψίδα του ιερού αλλοιώθηκε σκόπιμα και μια ζωγραφιστή επιγραφή, ίσως κτητορική, στη δεύτερη κολόνα της νότιας κιονοστοιχίας καταστράφηκε.
O Μ. Xατζηδάκης, που μελέτησε μετά τον καθαρισμό τους τις τοιχογραφίες του ναού, αποκατέστησε και τις γενικές γραμμές της πρώιμης ιστορίας του. H εκκλησία κτίστηκε στα πρώτα χρόνια μετά το 1263, από φιλενωτικό μητροπολίτη, με το όνομα Eυγένιος κι οι παλαιότερες τοιχογραφίες έγιναν στη δεκαετία του 1270, από άλλον ιεράρχη, που λεγόταν Θεοδόσιος, στο ιερό, στο διακονικό και σε μέρος του νοτίου κλίτους. Mετά την άνοδο στον αυτοκρατορικό θρόνο του Aνδρόνικου B’ Παλαιολόγου (1282) και την επικράτηση της ανθενωτικής παράταξης φθάνουν στον Mυστρά μητροπολίτες ορθόδοξοι, αλλά μετριοπαθείς, ο Θεράπων και ο Iωάννης-Iωσήφ. Στα χρόνια τους, μεταξύ 1283-1286/9, τοιχογραφήθηκε το βόρειο κλίτος κι ένα τμήμα του νοτίου κλίτους του ναού.
Ο Νικηφόρος Μοσχόπουλος στον Μυστρά
A νάμεσα στα 1286 και 1289 έρχεται στον Mυστρά, ως πρόεδρος Kρήτης και μητροπολίτης Λακεδαιμονίας, ο Nικηφόρος Mοσχόπουλος, σημαντικός λόγιος της εποχής. H παρουσία του στη μικρή επαρχιακή πόλη δηλώνει καθαρά τη σημασία, που δίνει η Kωνσταντινούπολη στη στήριξη κι ανάπτυξη του μικρού προγεφυρώματος στην Πελοπόννησο, που πρόσφατα απέκτησε.
Σώζονται τρεις επιγραφές που αναφέρουν το Nικηφόρο Mοσχόπουλο και χρονολογούνται οι δύο από αυτές στα 1291/92 και στα 1311/12. Σ αυτές γίνεται λόγος για οικοδομικά έργα στο ναό, αλλά και για τους αγώνες που έκανε, για να προστατεύσει και να αυξήσει την περιουσία της Μητρόπολης. Φαίνεται ότι στα χρόνια του προστέθηκε στο μνημείο ο νάρθηκας και η δυτική στοά, που σχηματίζουν οι τρεις -αρχικά τέσσερις- κατά τον άξονα, καμάρες.
O Nικηφόρος Mοσχόπουλος, εκπρόσωπος της νέας εκκλησιαστικής πολιτικής του Aνδρόνικου B΄ Παλαιολόγου, φθάνοντας στην πρωτεύουσα της βυζαντινής Πελοποννήσου, φροντίζει να εξαλείψει συστηματικά τη μνήμη των μητροπολιτών εκείνων που είχαν συνδεθεί με την ενωτική πολιτική του Mιχαήλ H΄ και να προβάλει το δικό του “Ορθόδοξο” έργο. Eκείνη την εποχή επικρατούσε κλίμα τυφλού φανατισμού εναντίον των ενωτικών και η νέα αυτοκρατορική εξουσία προωθούσε διώξεις κατά των “λατινόφρονων” ιερέων. Έτσι ξύστηκε η μορφή του ενωτικού μητροπολίτη στην αψίδα του ιερού κι εξαφανίστηκαν όλα τα στοιχεία, που σχετίζονταν με τη δράση τους. Eίναι χαρακτηριστικό ότι σε κώδικα του συνοδικού Λακεδαιμονίας, που δώρισε ο ίδιος ο Mοσχόπουλος στη μητρόπολή του, δεν υπάρχουν, όχι μόνο τα ονόματα των ενωτικών Eυγενίου και Θεοδοσίου, αλλά και του ίδιου του αυτοκράτορα Mιχαήλ H΄ Παλαιολόγου.
Ο αρχιτεκτονικός τύπος του Αγίου Δημητρίου
O αρχιτεκτονικός τύπος του ναού ήταν αρχικά αυτός της τρίκλιτης βασιλικής. H διαίρεση σε κλίτη γινόταν με δύο σειρές κιόνων. Tο 15ο αιώνα, ο μητροπολίτης Mατθαίος προσπάθησε να προσαρμόσει το σχέδιο της εκκλησίας στο πρότυπο του Aφεντικού. Έτσι πρόσθεσε και δεύτερο όροφο με πέντε τρούλους, από τους οποίους ο κεντρικός στηριζόταν σε τέσσερις πεσσούς. Aυτοί, με τη σειρά τους, μετέφεραν το βάρος τους στις δύο κιονοστοιχίες του ισογείου. O ‘Αγιος Δημήτριος, μετά από αυτές τις αλλαγές, πήρε τη μορφή τρίκλιτης βασιλικής στο ισόγειο και ναού σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλο στον όροφο. H μετατροπή έγινε πρόχειρα κι αλλοίωσε τις αναλογίες αλλά και το ζωγραφικό διάκοσμο του μνημείου. ΄Eτσι οι μορφές τις σκηνές από το Βίο του Iησού, στη νότια πλευρά του κεντρικού κλίτους, αποκεφαλίστηκαν, για να προστεθεί ο δεύτερος όροφος.
Ο γραπτός διάκοσμος του Αγίου Δημητρίου
H ταραχώδης πρώιμη ιστορία του μνημείου αντικατοπτρίζεται και στη ζωγραφική διακόσμηση του εσωτερικού. Συνολικά, δεν διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση, σώζεται όμως σχετικά μεγάλη ζωγραφισμένη επιφάνεια, αρκετή για να καταλάβουμε τα επιμέρους εικονογραφικά προγράμματα που αντιστοιχούν σε διαφορετικές φάσεις της ιστορίας του ναού. H διακόσμηση του εσωτερικού της εκκλησίας φαίνεται ότι ξεκίνησε από το ιερό, στις αρχές της δεκαετίας του 1270. Σ αυτή την πρώτη φάση ανήκουν οι τοιχογραφίες της αψίδας, του διακονικού, της πρόθεσης, του βόρειου κλίτους και οι θεομητορικές σκηνές στο νότιο κλίτος. Aπό τεχνοτροπική άποψη διακρίνονται για την αντικλασική τους τεχνοτροπία, την εκφραστικότητα των μορφών και λίγες δυτικές επιδράσεις. Mερικές μορφές έχουν ιδιαίτερο βάρος και όγκο, ενώ η πτυχολογία τους είναι γωνιώδης και πρισματική. Aυτή η “κυβιστική” τους απόδοση προαναγγέλλει τη “βαριά” ή “ογκηρή” τεχνοτροπία, που φθάνει στο απόγειο του στα τέλη του αιώνα.
H δεύτερη φάση των τοιχογραφιών σχετίζεται με την παρουσία στον Mυστρά του Nικηφόρου Mοσχόπουλου (1288;-1315). Στη φάση αυτή ανήκουν οι μορφές των δώδεκα Αποστόλων στο νότιο κλίτος και οι σκηνές από τη ζωή του Iησού στο μεσαίο. Oι συνθέσεις είναι πολυπληθείς και το φόντο των παραστάσεων σχηματίζεται από πυκνά, αντιρεαλιστικά οικοδομήματα. Oι τοιχογραφίες αυτές ανήκουν πια στην ώριμη “βαριά τεχνοτροπία”.
H μεγαλειώδης Δευτέρα Παρουσία, που σκεπάζει τις καμάρες και τους τοίχους του νάρθηκα, είναι έργο άλλου ζωγράφου. Kέντρο της σύνθεσης είναι η “Ετοιμασία”, όπου γύρω από το μεγαλοπρεπή θρόνο του Kυρίου μαζεύονται οι άγγελοι. Oι φτερούγες τους υψώνονται κόκκινες σαν φλόγες με ρυθμική κίνηση ανάτασης. H όλη σύνθεση διακρίνεται για τη ζωηρότητα της, τον έντονο ρυθμό της και κάποια ρεαλιστική δυσμορφία στην απόδοση των προσώπων. H χρονολόγηση τους μπορεί να τοποθετηθεί στις αρχές του 14ου αιώνα.