facebook twitter youtube googleplus
on/off

ΚαρδίτσαΠρόσωπα: Νικόλαος Πλαστήρας

Νικόλαος Πλαστήρας

Ο Νικόλαος Πλαστήρας γεννήθηκε στην Καρδίτσα τον Νοέμβριο του 1883. Πατέρας του ήταν ο Χρήστος Πλαστήρας από το Βουνέσι (Μορφοβούνι Καρδίτσας) και η μητέρα του η Στυλιανή, το γένος Καραγιώργη που κατάγονταν από μια αγραφιώτικη οικογένεια με πλούσια ιστορική παράδοση, αφού οι πρόγονοί της είχαν πάρει μέρος στον εθνικο απελευθερωτικό αγώνα στο πλευρό του Γεωργίου Καραϊσκάκη. Στα παιδικά του χρόνια ο Νικόλαος Πλαστήρας έμπλεξε σε έναν καυγά με το γιό του Τούρκου πασά της περιοχής και οι γονείς του αναγκάστηκαν να τον φυγαδεύσουν στην Αθήνα, όπου φοίτησε στη Βαρβάκειο Σχολή. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας ξαναγύρισε στην Καρδίτσα, όπου τελείωσε το γυμνάσιο. Το 1903 κατατάχτηκε ως δεκανέας στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού και δύο χρόνια
αργότερα (1905) εντάχθηκε στα αντάρτικα σώματα των Παπαγάκη και Αθανασόπουλου και πήρε μέρος στον Μακεδονικό αγώνα. Όταν επέστρεψε στο σύνταγμά του έγινε πρόεδρος του Συνδέσμου Υπαξιωματικών Καρδίτσας και από τη θέση αυτή τάχθηκε υπέρ του Στρατιωτικού Συνδέσμου και πήρε μέρος το 1909 στο Κίνημα στο Γουδί. Τον Ιούλιο του 1912 ολοκλήρωσε τη φοίτησή του στη Σχολή Αξιωματικών και με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού Πεζικού πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους (1912 – 1913). Λίγους μήνες αργότερα έλαβε το βάπτισμα του πυρός και διακρίθηκε για την ανδρεία του στις μάχες που έγιναν στην Ελασσόνα, στο Σαραντάπορο, στα Γιαννιτσά, στη Θεσσαλονίκη.

Νικόλαος Πλαστήρας

Στις μάχες του Λαχανά και του Κιλκίς ο 28χρονος Υπολοχαγός έγραψε λαμπρές σελίδες ιστορίας. Πάντα στην πρώτη γραμμή του μετώπου, γύριζε καβάλα στο άλογό του από θέση σε θέση εμψυχώνοντας τους στρατιώτες του. Εκεί για πρώτη φορά οι συμπολεμιστές του, αναγνωρίζοντας την ασυναγώνιστη παλικαριά και τη στρατηγική ιδιοφυία του, άρχισαν να τον αποκαλούν “Μαύρο Καβαλλάρη”. Ήταν ήδη ένας ζωντανός θρύλος και οι προαγωγές άρχισαν να έρχονται η μία μετά την άλλη. Όταν τον Ιούλιο του 1914 ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Νικόλαος Πλαστήρας βρίσκονταν ανάμεσα στους αξιωματικούς που πίστευαν πως η Ελλάδα έπρεπε να ταχθεί στο πλευρό της Αντάντ. Αυτοί μάλιστα προέτρεψαν τον Ελευθέριο Βενιζέλο να κινηθεί εναντίον της επίσημης θέσης της χώρας και προχώρησαν στη σύσταση της Εθνικής Άμυνας, που λίγο αργότερα (13/9/1916) έμελλε να γίνει ο στρατιωτικός “βραχίονας” της Προσωρινής Επαναστατικής Κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης, στην οποία θα δέσποζε η τριανδρία Βενιζέλου-Δαγκλή- Κουντουριώτη. Ο Ν. Πλαστήρας ευρισκόμενος σταθερά στο πλευρό των επαναστατών, πρωταγωνίστησε στη συγκρότηση της Μεραρχίας του Αρχιπελάγους, που ανέλαβε το φθινόπωρο του 1917 τη μεγάλη αντεπίθεση στο Μακεδονικό Μέτωπο. Ο ίδιος ως επικεφαλής τάγματος, βρίσκονταν στην εμπροσθοφυλακή κατά τη Μάχη του Σκρά “δρασκελίζοντας” τις αμυντικές γραμμές των Βούλγαρων, που τρέπονταν σε φυγή. Οι ικανότητες και η παλικαριά του αναγνωρίστηκαν για μια ακόμη φορά από το Επιτελείο και ανταμείφθηκαν με την “επ’ ανδραγαθία στο πεδίο της μάχης” προαγωγή του σε αντισυνταγματάρχη (1918).

Έναν χρόνο αργότερα, το 1919 ο Ν. Πλαστήρας πήρε μέρος στην επέμβαση των συμμάχων στην Ουκρανία, όπου ανέλαβε τη διοίκηση του Συντάγματος Ευζώνων 5/24. Ωστόσο, η εκστρατεία εκείνη υπήρξε ατυχής και το τίμημα για τον ελληνισμό της Οδησσού ήταν βαρύ. Φαίνεται πάντως ότι οι Σύμμαχοι εκτίμησαν την συμβολή των Ελλήνων, γεγονός που βοήθησε τον Ελευθέριο Βενιζέλο να αποσπάσει την έγκρισή τους για την αποστολή ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, προκειμένου να “τηρήσει την τάξη στην περιοχή και να προστατεύσει τους Έλληνες κατοίκους της». Τον Ιούνιο του 1919 το 5/24 Σύνταγμα Ευζώνων, με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Νικόλαο Πλαστήρα αποβιβάστηκε στο Βουρνόβα και στρατοπέδευσε στην Μαγνησία. Εκεί πολύ γρήγορα ο “Μαύρος Καβαλάρης” έγινε ο φόβος και ο τρόμος των αντιπάλων, αφού με λιγότερες δυνάμεις κατάφερνε πάντοτε να οδηγεί το στράτευμά του σε νικηφόρες μάχες με τις λιγότερες δυνατές απώλειες. Λέγεται μάλιστα πως οι Τούρκοι αποκαλούσαν τον ίδιο “καραπιπέρ” (μαύρο πιπέρι) και το στράτευμά του “σεϊτάν ασκέρ” δηλαδή στρατό του διαβόλου. Από τον Μάρτιο του 1921 το σύνταγμα του Μαύρου Καβαλάρη κινήθηκε προς το Αφιόν Καραχισάρ ως εμπροσθοφυλακή της προέλασης του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία και αποθεώθηκε από το ελληνικό στοιχείο της περιοχής. Στο Σεντή Γατζή έσωσε από πραγματικό αφανισμό την 5η Μεραρχία και έθεσε υπό τον έλεγχό του τον δρόμο που οδηγούσε από το Εσκί Σεχίρ στην Άγκυρα. Στη μάχη που έγινε τον Αύγουστο του 1921 στον Σαγγάριο ο Πλαστήρας και οι μονάδες του δοκιμάστηκαν σκληρά. Λίγο αργότερα ανέλαβε τη διοίκηση της 13ης Μεραρχίας, ψυχή της οποίας υπήρξε το δικό το Σύνταγμα Ευζώνων. Όταν το μέτωπο στη Μ.Ασία άρχισε να καταρρέει και η υποχώρηση να μεταβάλλεται σε άτακτη φυγή, ο Ν. Πλαστήρας κατάφερε να μαζέψει τους στρατιώτες του από την τουρκική ενδοχώρα και να τους οδηγήσει στα παράλια. Παράλληλα, επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους άμαχους Έλληνες και έσωσε χιλιάδες πρόσφυγες από βέβαιο θάνατο, γεγονός που του αναγνώρισαν και οι ίδιοι αποκαλώντας τον “Άγιο της προσφυγιάς”. Ήταν ο τελευταίος που εγκατέλειψε τη Μ. Ασία και ήταν μόνο τα δικά του στρατεύματα και του Στ. Γονατά που υποχώρησαν συντεταγμένα, παρά τα χτυπήματα του Κεμάλ Ατατούρκ. Κι αυτή ακριβώς η στάση του στη Μικρασιατική εκστρατεία ενίσχυσε ακόμη πιο πολύ τη φήμη του.

Πηγή

Γράψτε το σχόλιό σας.