Το Τζερμιάδω είναι η έδρα του δήμου του Οροπεδίου Λασιθίου. Μαζί με τον Άγιο Γεώργιο είναι τα πιο μεγάλα χωριά του Οροπεδίου και έχουν τους περισσότερους μονίμους κατοίκους. Στο Τζερμιάδω είναι όλες οι διοικητικές αρχές του δήμου, καθώς και το γυμνάσιο και λύκειο της περιοχής.
Το όνομα του χωριού προέρχεται από το επώνυμο των πρώτων οικιστών, Τζερμιάς (που στον πληθυντικό είναι το χωριό των Τζερμιάδων). Το επώνυμο προέρχεται από το βενετσάνικο Geremia = Ιερεμίας. Το επώνυμο Τζερμιάς σώζεται ακόμα και σήμερα στο χωριό, όπως και το επώνυμο Ιερεμίας, που υπάρχει σήμερα στην πόλη του Ηρακλείου.
Την τύχη όλης της επαρχίας την περίοδο των επαναστάσεων είχε και το Τζερμιάδω. Στη «γιγαντομαχία», όπως την αναφέρει ο Σταυρινίδης, το Μάη του 1867 καταστράφηκε και το Τζερμιάδω. Από το Τζερμιάδω καταγόταν ο Αντώνιος Βορεάδης (1856-1913), φιλόλογος καθηγητής, συγγραφέας, μετεκπαιδευθείς στην Ιένα, Γυμνασιάρχης στη Σμύρνη, στη Νεάπολη, στα Χανιά, διευθυντής του Διδασκαλείου Ηρακλείου, νομάρχης και βουλευτής Λασιθίου την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας. Μετέφρασε την Ιλιάδα του Ομήρου, έγραψε για τους Ολυμπιακούς αγώνες του 1896 και εξέδιδε την τελευταία δεκαετία του περασμένου αιώνα την εφημερίδα «Ηράκλειον».
Μέσα στο χωριό βρέθηκαν αγγεία Μεσομινωικής III περιόδου. Στο σπήλαιο της συνοικίας Αργουλιάς βρέθηκαν όστρακα Νεολιθικής – Υστερομινωικής εποχής. Στο σπήλαιο στη θέση Σκαφίδια ανακαλύφθηκαν ταφές νεολιθικής περιόδου. Στη θέση Πόντα Αγία Άννα, στην ανατολική πλευρά του λόφου, βρέθηκαν υστερομινωικά όστρακα και στην επιφάνεια αρχαϊκά και ελληνιστικά, μπρούτζινα αντικείμενα και ρωμαϊκά νομίσματα.
Στον Κάστελο, ανατολικά του χωριού, ανακαλύφθηκαν Νεολιθικές ταφές και κατοικίες της Πρωτομινωικής – Μεσομινωικής II περιόδου και δυο μεσομινωικά κτίσματα. Ο Evans και ο Taramelli θεωρούν τον Κάστελο προϊστορική ακρόπολη. Περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το Σπήλαιο της Τραπέζας ανατολικά του χωριού, όπου έγιναν συστηματικές ανασκαφές από τον Pendlebury το 1936, γνωστό σήμερα με την ονομασία Κρόνιον. Το επισκέφτηκε ο Evans το 1896 και βρήκε ειδώλιο από φαγεντιανή και φύλλα χρυσού όμοια με του Μόχλου της Σητείας. Βρέθηκαν ειδώλια πρωτομινωικά II από ελεφαντοκόκκαλο. Τα ενδύματα ομοιάζουν με τα υστερονεολιθικά ειδώλια της Κρήτης. Το σπήλαιο έχει χαμηλή είσοδο και αρκετό βάθος, 22x6x5 μέτρα. (Βλ. P. Faure, Fonctions, σ. 68).
Στο τέλος της τελευταίας Νεολιθικής περιόδου, και κυρίως ως την Υπονεολιθική – Πρωτομινωική, το σπήλαιο ήταν κατοικία ανθρώπων, όπως των Καμαρών, της Μιαμού, του Μαγκασά κ.λπ. Αργότερα, όταν κατοικήθηκε ο απέναντι Κάστελος, έθαβαν στο σπήλαιο τους νεκρούς τους ως το τέλος της Πρωτομινωικής III περιόδου. Τα ευρήματα της περιόδου αυτής είναι προσφορές και αναθήματα. Πριν από το τέλος της Μεσομινωικής I περιόδου το Σπήλαιο καταλείφθηκε και τη θέση του, ως ιερό, πήρε το Δικταίο Άντρο τού Ψυχρού.
Στην απογραφή του 1583 του ιστορικού Καστροφύλακα στη θέση του σημερινού οικισμού αναφέρονται διάφοροι μικρότεροι οικισμοί: Αλογόσπηλιος, Γαϊτανού, Σκαφίδια, Κερασσά. Οι ονομασίες αυτές σώζονται σήμερα και ως τοπωνύμια, αλλά και ως συνοικίες του χωριού. Πρώτη φορά αναφέρεται ως Zermiades στην έκθεση του ιστορικού Franc. Basilicata το 1630. με 50 σπίτια, το μεγαλύτερο χωριό της επαρχίας (Βλ. Μνημεία Κρητ. Ιστ. V, σ. 29). Στην τούρκικη απογραφή του 1671 αναφέρεται ως Cermyado με 112 οικογένειες (βλ. Ν. Σταυρινίδης, Μεταφράσεις, Β’, σ. 136). Στην αιγυπτιακή απογραφή του 1834 αναφέρεται ως Farsaros and Dzermiada με 120 οικογένειες (Pashley, Travels in Crete, II, 322). Στην απογραφή του 1881 αναφέρεται ως Τζερμιάδω και αποτελεί έδρα ομώνυμου δήμου με 894 Χριστιανούς και 4 Τούρκους (εισπράκτορες των φόρων). Το 1900 γράφεται Τζερμιάδων και είναι έδρα του ομώνυμου δήμου με 918 κατοίκους, το 1928 αναφέρεται ως έδρα ομώνυμης κοινότητας με 1.163 κατοίκους, το 1940 με 1.331, το 1951 με 1.243, το 1961 με 1.246, το 1971 με 1.129, το 1981 με 1.060, το 1991 με 1.206 και το 2001 με 762 μονίμους κατοίκους.
Πηγή: http://www.oropedio.gr