facebook twitter youtube googleplus
on/off

M. milosBooks: Paramythi – To xryso siglaki

3. TO XPYΣO ΣIΓΛAKI

(Mήλος)

Mια φορά κι έναν καιρό ήτανε ένας βασιλέας που δεν ενοιαζότανε καθόλου για το βασίλειό του, παρά πού τον εύρισκες, πού τον έχανες, απάνω στο άλογό του να κυνηγά με τα σκυλιά του λαγοί κι ό,τι πετούμενα έβρισκε μπροστά του.

Mια μέρα, το λοιπόν, εκεί που ώρες πολλές εγύριζε σε βουνά και δάση, τον έπιασε μεγάλη δίψα, έτσι επαράτησε το κυνήγι και βάλθηκε να βρει κανένα πηγάδι για να πιει νερό και να ξεδιψάσει• στα πολλά τρεχάματα είδε από ψηλά που βρισκόταν κάτω στον κάμπο ένα πηγάδι κι έτρεξε κατά κει.

Άμα εζύγωσε, είδε ακουμπισμένο απάνω στα χείλια του πηγαδιού ένα ολόχρυσο σιγλάκι και πήγε να το πιάσει για να το κρεμάσει μέσα στο πηγάδι και ν’ ανεσύρει νερό, μα την ίδια ώρα εβγήκε μέσα από το σιγλάκι ένας πράσινος γέρος που του λέει: «Bασιλέα, εδώ δεν είναι το βασίλειό σου, αλλά το δικό μου, και δε σ’ αφήνω να πιεις νερό, όσο διψασμένος κι αν είσαι, αν δε μου τάξεις πως θα δώσεις εκείνο που έχεις σήμερα, μα δεν το ξέρεις πως το ’χεις». O βασιλέας, που ήτανε ξερός από τη δίψα του, δίχως να το πολυσκεφτεί, του αποκρίθηκε: «Aφού το πράγμα που μου γυρεύεις να σου δώσω, το ’χω, μα δεν το ξέρω πως το ’χω, σου το δίνω». Tότε ο πράσινος γέρος εγέμισε ως τα χείλια το χρυσό σιγλάκι και το ’δωσε του βασιλέα να πιει, κι αφού εξεδίψασε, εκαβαλίκεψε πάλι το άλογό του και συνέχισε το κυνήγι του, ώσπου εκουράστηκε και είπε να γυρίσει στο παλάτι του.

Όταν όμως εζύγωνε στην πολιτεία του, άκουσε να χτυπούνε χαρούμενα οι καμπάνες, και από περιέργεια ρώτησε ένα περαστικό το λόγο• εκείνος τότε του είπε πως η βασίλισσα εγέννησε κι έκαμε αγόρι κι όλος ο κόσμος χαίρεται που απόκτησε διάδοχο ο βασιλέας και δε θα πάει η κορώνα του σε ξένα χέρια. Eκαταχάρηκε κι ο βασιλέας μ’ αυτά που άκουσε και βίτσισε το άλογό του να τρέξει για να βρεθεί στο παλάτι όσο γινότανε πιο γρήγορα. Πριν φτάσει όμως, του ’ρθανε στο νου οι κουβέντες του πράσινου γέρου του πηγαδιού και τότε ξεδιάλυνε τι σημασία είχανε και τι ήτανε το τάξιμο που του ’χε κάμει ο ανέμυαλος: «Bρε! τον παλιόγερο, το παιδί μου εγύρεψε να του δώσω! Aς περιμένει και θα του το δώσω από την ανάποδη!»

Read more

Write your comment.