Σε παραθαλάσσια περιοχή βορειοδυτικά της Πάφου εκτείνεται η νεκρόπολή της, της οποίας το βορειότερο τμήμα είναι γνωστό ως “Τάφοι των βασιλέων”. Στους τάφους αυτούς δεν τάφηκαν βασιλείς (εκτός ίσως από τον τάφο με αρ. 8) αλλά ανώτατοι ή ανώτεροι αξιωματούχοι, Πτολεμαίοι, της πόλης. Η ονομασία τους οφείλεται στη μεγαλοπρέπεια και το μέγεθος των λαξευτών ταφικών μνημείων και στον αρχαιοπρεπή δωρικό ρυθμό τους. Υπάρχουν όμως και κάποιοι πολύ απλοί και φτωχικοί τάφοι στην περιοχή. Οι μεγάλοι μνημιακοί λαξευτοί τάφοι εμφανίζονται για πρώτη φορά στην Κύπρο κατά την Ελληνιστική Εποχή. Οι τάφοι καλύπτουν έκταση 390 τ.μ. περίπου. Ο χώρος του νεκροταφείου συλήθηκε σε παλαιότερες εποχές. Κατά καιρούς διεξάγονταν ανασκαφές, χωρίς όμως επιστημονική επίβλεψη. Το 1977 το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου ανέλαβε τη συστηματική ανασκαφή του χώρου.
Στους τάφους δεν τάφηκαν μέλη της βασιλικής οικογένειας αλλά ανώτατοι αξιωματούχοι της Πτολεμαϊκής αριστοκρατίας. Πρότυπα των τάφων πιστεύεται πως ήταν οι ελληνιστικές οικίες της Πάφου, των οποίων κύριο χαρακτηριστικό ήταν η εσωτερική αυλή (αίθριον) και το περιστύλιο. Τέτοιες οικίες συναντούνται στη Μακεδονία, στη Δήλο, στην Πριήνη (ιωνική πόλη στις ακτές της Μ. Ασίας) και στην Πέργαμο (πόλη τη Μ. Ασίας, πρωτεύουσα των Σελευκιδών, διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου). Οι τοίχοι των τάφων ήταν καλυμμένοι με χρωματιστό κονίαμα και νωπογραφίες, μια παράδοση που πιστεύεται πως έφτασε από τη Μακεδονία, μέσω Αιγύπτου. Η τεχνική της τοιχογραφίας χαρακτηρίζεται από την τοποθέτηση χρωμάτων διαλυμένων σε νερό πάνω σε νωπό (φρέσκο) ασβεστοκονίαμα. Στο πτολεμαϊκό νεκροταφείο του Μουσταφά Πασιά στην Αίγυπτο συναντιούνται τάφοι όμοιοι με αυτούς της Πάφου. Η νεκρόπολη της Πάφου χρησιμοποιήθηκε από την Ελληνιστική μέχρι και τη Ρωμαϊκή εποχή. Οι πρώτοι χριστιανοί έβρισκαν καταφύγιο στους τάφους της, ενώ παράλληλα η νεκρόπολη λειτουργούσε και ως λατομείο για τους κατοίκους της περιοχής. Ελάχιστα κτερίσματα βρέθηκαν σε αυτούς τους τάφους.