Πρόκειται για έναν από τους παλαιότερους ναούς της βυζαντινής Άρτας και χρονολογείται γύρω στο 10ο αιώνα . Κατά καιρούς γνώρισε πολλές μετασκευές.
Στη μέση της όμορφης Κορωνησίας μέσα στην αγκαλιά του Αμβρακικού, στέκει κατάκορφα στο λοφίσκο, παντόπτης φύλακας στεριάς και θάλασσας, ο μικρός ναός της Γέννησης της Θεοτόκου, απομεινάρι παλιού και ακμαίου μοναστηριού. Από σωσμένες γραπτές μαρτυρίες μαθαίνουμε ότι το μοναστήρι υπήρχε πριν το 1193, στα χρόνια δε της λατινοκρατίας και στις αρχές της τουρκοκρατίας (15ος και 16ος αιώνας)
είχε πολλούς μοναχούς και γνώριζε μεγάλη ευμάρεια. Αργότερα όμως, για ποικίλους λόγους έπεσε σε μαρασμό, ώσπου στο τέλος του περασμένου αιώνα εγκαταλείφθηκε απ’ τους μοναχούς κι ερημώθηκε, ωστόσο παρέμειναν ως σήμερα -έστω και τραυματισμένοι- μάρτυρες της παλιάς ακμής του, ο ναός και το μικρό παρεκκλήσι του Οσίου Ονουφρίου σε απόσταση λίγων μέτρων ανατολικά του ναού.
Επίσης διατηρείται το παλιό πηγάδι απ’ όπου υδρευόταν η μονή, καθώς και ερείπια από κελλιά και βοηθητικούς χώρους στα νότια του ναού. Κατά τον Σεραφείμ Ξενόπουλο πρόκειται για πανάρχαια μονή που ιδρύθηκε τον 7ο αιώνα, οι νεότεροι όμως μελετητές Ορλάνδος και Βοκοτόπουλος, παίρνοντας ως κριτήριο τα στοιχεία τεχνικής της κατασκευής του ναού, τοποθετούν την ίδρυσή του περίπου τρεις αιώνες αργότερα, δηλαδή στο τέλος του 10ου αιώνα. άρα πρόκειται για έναν απ’ τους παλαιότερους ναούς της βυζαντινής Άρτας. Το μνημείο στη μακραίωνη παρουσία του γνώρισε κατά καιρούς πολλές αλλαγές (μετασκευές, επισκευές, ανακαινίσεις και προσθήκες) ώσπου κατέληξε στο σημερινό του σχήμα. Η κυριότερη μετασκευή -για την οποία θα γίνει ιδιαίτερος λόγος- έγινε το 1670. Κατά τον 18ο αιώνα προστέθηκε στη δυτική πλευρά του ναού ο ορθογώνιος ξυλόστεγος νάρθηκας, και πιθανολογείται ότι κτίστηκε το ξεχωριστό κωδωνοστάσιο. Σύμφωνα με την παράδοση, το πηγάδι του μοναστηριού το έφτιαξε ο ίδιος ο όσιος Ονούφριος, επομένως είναι κι αυτό έργο του 18ου αιώνα.
Σημαντικές αλλοιώσεις στην όψη του μνημείου προκλήθηκαν το 19ο αιώνα, και συγκεκριμένα κατά την ανακαίνιση του ναού το 1870. Όταν αργότερα (στα μέσα του 20ου αιώνα) αντικαταστάθηκε το παλιό ξύλινο υπόστεγο της βόρειας πλευράς του ναού με πεσσοστήρικτο προστώο και επιχρίστηκαν οι τοίχοι με ασβεστοκονίαμα, το μνημείο πήρε πλέον την τελική του μορφή. Σήμερα ο ναός λειτουργεί ως ενοριακός.