facebook twitter youtube googleplus
on/off

ΡέθυμνοΑξιοθέατα: ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΚΑΙ ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ ΣΤΟ ΔΗΜΟ ΡΕΘΥΜΝΟΥ

Αρχαία Ρίθυμνα

Από τη Φορτέτζα Ρεθύμνου, στη φυσική χερσόνησο που ξεχωρίζει στη βόρεια ακτή και που αργότερα κατέλαβε το βενετικό φρούριο, προέρχεται θραύσμα αρχαϊκού κρατήρα, το οποίο παρέχει την πρωιμότερη ένδειξη κατοίκησης κατά τους ιστορικούς χρόνους.

Η θέση φαίνεται να ανθεί κατά την ελληνιστική περίοδο. Υπάρχουν αρκετές επιγραφές του 3ου και 2ου αιώνων π.Χ. που αναφέρουν το όνομα της αρχαίας πόλης ως εθνικό, ενώ τα νομίσματα της περιόδου επιβεβαιώνουν την ανεξαρτησία της. Διάφορα λαξεύματα που εντοπίστηκαν στο πλαίσιο της μελέτης της Φορτέτζας ταυτίζονται με θεμελιώσεις σπιτιών των χρόνων αυτώ

Πρόσφατα ήλθαν στο φως τμήματα μεγάλου σπιτιού του 3ου – 2ου αιώνων π.Χ., στην πλατεία που ανοίγεται στα ανατολικά του επιπρομαχώνα του Αγίου Λουκά. Ελληνιστικά κατάλοιπα επεκτείνονται σε ολόκληρη την έκταση της Φορτέτζας και αναδεικνύουν ένα οικισμό που είχε προφανώς σχέση με τη θάλασσα. Στη δυτική ακτογραμμή, εξάλου, διακρίνονται δύο διπλοί νεώσοικοι λαξευμένοι στο φυσικό βράχο.

Η Ρίθυμνα εξακολουθεί να κατοικείται κατά την περίοδο της ρωμαιοκρατίας. Την εποχή απλώνεται πέρα από το λόφο της Φορτέτζας, στο παράλιο τμήμα ανατολικά του λόφου. Στην πλατεία Κιουλούμπαση και την περιοχή του τελωνείου εντοπίστηκαν λείψανα κτιρίων.

Φρούριο Φορτέτζας

fortezzaΤο βενετσιάνικο φρούριο της Φορτέτζας είναι κτισμένο πάνω στο λόφο του Παλαιοκάστρου, στα δυτικά της σημερινής πόλης. Στο λόφο αυτό υπήρχε η ακρόπολη της αρχαίας πόλης της Ρίθυμνας και το ιερό της Ροκκαίας Αρτέμιδος. Τα λαξεύματα που εντοπίστηκαν σε διάφορα σημεία του λόφου, μαρτυρούν την ύπαρξη της ακρόπολης πάνω στο βράχο. Ο οικισμός μάλλον βρισκόταν κοντά στο λιμάνι. Ωστόσο δεν έχουμε στοιχεία ούτε για τη μορφή του οικισμού, ούτε για τη μορφή της ακρόπολης και του ιερού.

Το φρούριο της Φορτέτζας κατασκευάστηκε μεταξύ 1573-1580 από τους Βενετούς, προκειμένου να προστατεύσει τους κατοίκους από την Τουρκική απειλή. Έχει αστερόμορφο σχήμα, τρεις πύλες και έξι προμαχώνες. Επιλέχθηκε ο λόφος Παλαιόκαστρο, που έχει απέραντη θέα και από στεριά και από θάλασσα.Το συνολικό μήκος του είναι 1307 μ. και περιλαμβάνει τέσσερις προμαχώνες και τρεις αιχμές. Για την ολοκλήρωσή του χρειάστηκαν 76800 αγγαρείες των κατοίκων όλου του νομού και κατασκευάστηκε από κανονικές ορθογωνικές πέτρες από τον πρωτομάστορα Γ. Σκορδίλη. Στο κέντρο ο ναός του S. Nicolo μετατράπηκε στο Τζαμί του Σουλτάν Ιμπραήμ Χάν. Υπήρχε το οίκημα του Διοικητή, του Συμβούλου, χώροι στρατωνισμού και σταυλισμού, αποθήκες πυρομαχικών, δεξαμενή ύδρευσης και κατοικίες που καταστάφηκαν μεταγενέστερα.

Το κάστρο της Φορτέτζας, στο οποίο μεχρι σήμερα δεν έχουν πραγματοποιηθεί συστηματικές ανασκαφές, «φιλοξενεί» τους εξής χώρους :

Η κεντρική πύλη βρίσκεται ανατολικά ανάμεσα στους προμαχώνες του Αγίου Λουκά και του Αγίου Νικολάου που ήταν οι προστάτες της και αποτελείται από μια μεγάλη στοά που περνάει ανάμεσα στα τείχη, αρκετά ψηλή για να επιτρέπει την κίνηση των στρατιωτών, των βαγονιών και των πυροβόλων.ενώ στην εξωτερική πλευρά υπήρχε το έμβλημα της Βενετίας (το λιοντάρι του Αγίου Μάρκου).
Η κατοικία του Ρέκτορα
. ΄Ηταν επιβλητικό συγκρότημα κτιρίων, του οποίου σώζονται ερείπια.

Καθεδρικός ναός. Θεμελιώθηκε το 1583 και ήταν αφιερωμένος στον ΄Αγιο Νικόλαο. Το 1648 ο Ιμπραήμ Χαν τον μετέτρεψε σε τζαμί αφού προστέθηκε μεγάλος θόλος διαμέτρου 11μ. Είναι μεγάλος τετράγωνος χώρος, στεγασμένος με τρούλλο. Σώζεται η βάση του μιναρέ και το μιχράμπ.Στο χώρο υπάρχουν ακόμα δύο εκκλησίες, της Αγίας Αικατερίνης και του Αγίου Θεοδώρου του Τριχινά.

Πυριτιδαποθήκες. Μέσα στο φρούριο σώζονται δύο πυριτιδαποθήκες. Είναι ορθογωνικά κτίσματα με σκαφοειδή θόλο και θυρίδα αερισμού. Οι τοίχοι τους είναι χοντροί με μικρές πόρτες και διαθέτους δεύτερους χώρους για την καλύτερη ασφάλεια της πυρίτιδας. Οι Βενετοί τις έκτισαν σε απομονωμένα σημεία μέσα στο κάστρο, σε σημεία που τα τείχη ήταν ενισχυμένα για να αντιστέκονται στα βόλια των κανονιών ενώ υπάρχουν τρύπες εξαερισμού, έτσι ώστε να διατηρείται η πυρίτιδα στεγνή.
Δεξαμενές. Υπήρχαν αρκετές δεξαμενές στο κάστρο. Οι επίπεδες οροφές μάζευαν το νερό που κατέβαινε με σωλήνες στις δεξαμενές. Ένα από τα καλύτερα παραδείγματα αυτής της τεχνικής συναντάται στον προμαχώνα του Αγίου Ηλία, ο οποίος βρίσκεται στο νοτιοανατολικό σημείο του κάστρου στα αριστερά της πυριτιδαποθήκης. Το δωμάτιο είναι ανοικτό και είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες απόψεις του κάστρου.
Αποθήκη πυροβολικού. Αποτελείται από ισόγειο και όροφο, καλυμμένο με δύο καμάρες. Η είσοδος του ισογείου έφερε τοξωτό υπέρθυρο. Το ξύλινο πάτωμα του ορόφου στηριζόταν σε τρεις πεσσούς. Κατασκευάστηκε για τη φύλαξη κανονικών και διαφόρων εξαρτημάτων του πυροβολικού.
Πιθανό Επισκοπικό Μέγαρο. Αποτελείται από δύο κτίσματα, από τα οποία το μεγαλύτερο διαθέτει έναν ενιαίο χώρο, που καλύπτεται με καμάρες, ενώ το μικρότερο προστέθηκε μεταγενέστερα. Θεωρείται ως επισκοπικό μέγαρο, λόγω της γειτνίασής του με τον καθεδρικό ναό. Μη Αναγνωρισμένα Κτίρια. Οι αρχαιολόγοι γνωρίζουν ελάχιστα γι΄ αυτά τα κτίρια. Το προπέτασμα τσιμέντου στην ανατολική πλευρά χρονολογείται από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και οδηγεί στο δωμάτιο όπου φυλακίστηκαν οι κρητικοί αγωνιστές της αντίστασης που εκτελέστηκαν από τους Ναζί.
Κατοικίες Πολιτών.
Οι κάτοχοι αυτών των σπιτιών ήταν φτωχοί, γι΄ αυτό και η κατασκευή των σπιτιών ήταν κακή, με συνέπεια να έχουν σωθεί ελάχιστα ερείπια απ’ αυτά.
Το Φρούριο της Φορτέτζας συνεχίζει μέχρι και σήμερα να αποτελεί σημείο κατατεθέν της κρητικής πόλης. Κάθε καλοκαίρι- εδώ και 18 χρόνια- στοΘέατρο Ερωφίλη που βρίσκεται μέσα στο Κάστρο, πραγματοποιείται το Αναγεννησιακό Φεστιβάλ Ρεθύμνου. Θεατρικές παραστάσεις, μουσικές, χορευτικές και εικαστικές εκδηλώσεις, αναδεικνύουν την Κρητική και Ευρωπαική Αναγέννηση. Επιπροσθέτως, χορός, εκθέσεις ζωγραφικής, διαλέξεις και κινηματογράφος συμπληρώνουν το πλαίσιο της δράσης του φεστιβάλ.

Βρύσινας, Iερό κορυφής

Η αρχή της λειτουργίας του ιερού κορυφής στη θέση Άγιο Πνεύμα τοποθετείται στην προανακτορική περίοδο. Η αρχαιολογική θέση βρίσκεται στην κορυφή του βουνού που δεσπόζει της πεδιάδας προς τα ανατολικά, στην περιοχή δηλαδή όπου εντοπίζεται το οικιστικό κέντρο του Σταυρωμένου-Χαμαλευρίου.

Το ιερό κορυφής είναι γνωστό από τη δεκαετία του 1960. Mια μικρής κλίμακας, ωστόσο, αρχαιολογική έρευνα στη δεκαετία του 1970 έφερε στο φως άφθονα θραύσματα ειδωλίων, ανθρωπόμορφων και ζωόμορφων, καθώς και κεραμική, τα πρωιμότερα από τα οποία ανάγονται στην προανακτορική περίοδο. Η πρώτη περίοδος ακμή του ιερού τοποθετείται στην παλαιοανακτορική περίοδο. Το ιερό συνεχίζει το ρόλο του ως λατρευτικό κέντρο και κατά τη περίοδο των νέων ανακτόρων, εποχή που χαρακτηρίζεται από την εγκατάλειψη των μικρότερων, περιφερειακών ιερών και τη λατρευτική χρήση των πιο σημαντικών από αυτά. Από τη περίοδο αυτή προέρχονται εξαιρετικά αναθήματα, μεταξύ των οποίων και θραύσμα λίθινης τράπεζας με επιγραφή σε γραμμική Α γραφή.
Για τη μορφή του ιερού δεν έχουμε πολλά στοιχεία. Μπορούμε όμως να υποθέσουμε ότι επρόκειτο για υπαίθρια λατρεία, στο πλαίσιο της οποίας οι προσκυνητές τοποθετούσαν ειδώλια και κύπελλα σε σχισμές του φυσικού βράχου.

Ο πλούτος και η ποσότητα των αναθημάτων κυρίως στις μεταγενέστερες περιόδους, υποδεικνύουν εμβέλεια του ιερού μεγαλύτερη των στενών γεωγραφικών ορίων της περιοχής.

Ονιθέ Γουλεδιανών

Η θέση Ονιθέ βρίσκεται κοντά στο χωριό Γουλεδιανά. Βρίσκεται σε υψόμετρο 700 μέτρων. Τα εύφορα καλλιεργήσιμα εδάφη, το νερό, η ασφαλής έξοδος προς τη θάλασσα και ο έλεγχος ενός σημαντικού περάσματος στον κάθετο άξονα έκαναν τον τόπο φιλόξενο από την αρχαιότητα ως σήμερα. Διάφοροι περιηγητές είχαν εντοπίσει στη θέση αυτή επιφανειακά λείψανα αρχαιοτήτων, ενώ τυχαίες περισυλλογές ήταν η αφορμή για να αρχίσει το 1952 μικρή ανασκαφική έρευνα.

Οι πρώτες μαρτυρίες ανθρώπινης παρουσίας στην περιοχή δίνονται από εργαλεία που υποδηλώνουν χρήση του χώρου στη νεολιθική εποχή. Μεταξύ των ευρημάτων από περισυλλογές, ξεχωρίζουν κάποια που χρονολογούνται στη μινωική εποχή. Ανεξερεύνητη παραμένει η γεωμετρική εποχή που αντιπροσωπεύεται από ενδείξεις.
Στον αρχαιολογικό χώρο ανασκάφηκαν δύο οικιστικά συγκροτήματα (τέλη 7ου/αρχές 6ου αιώνων π.Χ.). Το πρώτο αποτελείται από οκτώ δωμάτια, συνολικού εμβαδού 400 περίπου τετραγωνικών μέτρων, ενώ το δεύτερο, αν και δεν αποκαλύφθηκε ολόκληρο, φαίνεται πως υπερβαίνει τα 50 τετραγωνικά μέτρα. Οι οικίες αυτές, δεν αποτελούν ενιαία αρχιτεκτονική οντότητα, αλλά συνιστούν σύνολο οικονομικών και κοινωνικών παραμέτρων, ενταγμένο στο πολεοδομικό σύστημα της περιοχής και του τόπου. Ενοποιούνται από το συνεχή δυτικό τοίχο.
Στα όριά της αρχαίας πόλης, ανασκάφηκε κρήνη. Αποτελείται από λαξευτό στο βράχο αγωγό που προοριζόταν να τροφοδοτεί μικρή δεξαμενή. Το νερό έρρεε από τρία μικρά στόμια στο βράχο. Η πρόσοψη πιθανόν συμπληρώνονταν με λεκάνες για το νερό και ίσως κάποιο στέγαστρο. Κοντά της βρέθηκε άγαλμα καθήμενης γυναικείας θεότητας (β΄ μισό του 7ου αιώνα π.Χ.).
Η εικόνα της πόλης συμπληρώνεται από τις οχυρωματικές κατασκευές. Στο ψηλότερο σημείο της εντοπίζεται η ακρόπολη που, στα νότια, ορίζεται από απότομο κρημνό. Οι άλλες πλευρές της περικλείονται από τείχος που σχηματίζει ορθή γωνία με μήκος μακράς πλευράς 12 μέτρα. Είναι κατασκευασμένο κατά το ισοδομικό σύστημα αγροτικού τύπου. Η οχύρωση, δεδομένου ότι  αφήνει τον οικισμό εκτεθειμένο και δεν είναι μνημειακής κατασκευής, ίσως να χρησιμοποιήθηκε ως παρατηρητήριο φρουράς. Με βάση την μορφή της τοιχοποιίας, δείχνει να κατασκευάστηκε στην αρχή των ελληνιστικών χρόνων.
Η πόλη ταυτίζεται μάλλον με τη Φάλαννα. Η πόλη φαίνεται να ανήκει στην επικράτεια της Ρίθυμνας και εξακολουθεί να κατοικείται μέχρι τη ρωμαιοκρατία.

Μαρουλάς

Στην περιοχή αποκαλύπτονται σταδιακά δύο νεκροταφεία της τελικής ανακτορικής περιόδου. Το πρώτο στη θέση Μεζάρια αποτελείται από λαξευτούς θαλαμωτούς τάφους. Οι τάφοι αυτοί περιέχουν λάρνακες, κεραμική των ΥΜ ΙΙΙ Α και Β χρόνων, χάλκινα σκεύη και όπλα, κοσμήματα και σφραγίδες.

Το δεύτερο νεκροταφείο εντοπίστηκε στη θέση Πριναρές και είναι νεκροταφείο εγχυτρισμών που ανήκει στην ίδια χρονολογική φάση με το προηγούμενο. Ανακαλύφθηκαν δύο πίθοι, ο ένας κλεισμένος με λίθινη πλάκα και ο δεύτερος με κρατήρα. Οι ταφές ήταν κτερισμένες με χάνδρες και περόνες.

Νεκρόπολη Αρμένων

isterominoiko-nekrotafeio-armenonΤο 1969 δύο μαθητές παρέδωσαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου, δύο αγγεία προερχόμενα από τη Θέση Πρινοκέφαλο της Κοινότητας Αρμένων. Η έρευνα στην περιοχή έδειξε ότι υπάρχει εκτεταμένο νεκροταφείο υστερομινωικών χρόνων, το οποίο έκτοτε ανασκάπτεται συστηματικά. Εως σήμερα έχουν ανασκαφεί περισσότεροι από 220 τάφοι. Η διαμόρφωση του νεκροταφείου έγινε βάση ενός οργανωμένου σχεδιασμού. Οι τάφοι ανήκουν στον τύπο του λαξευτού θαλαμωτού τάφου με δρόμο. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ο τάφος 200 ο οποίος είναι κτιστός θολωτός. Για τη σήμανση των τάφων χρησιμοποιούνταν ακατέργαστες πέτρες και πυραμοειδείς ή πλακοειδείς στήλες. Οι τάφοι ήταν οικογενειακοί: περιείχαν πολλούς νεκρούς που αποθέτονταν είτε πάνω στο δάπεδο είτε σε σαρκοφάγους. Τα κτερίσματα (κεραμική – όπλα – εργαλεία – κοσμήματα), παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για την τέχνη, τη θρησκεία και την κοινωνική οργάνωση της εποχής.

Πηγή: http://www.rethymno.gr

Γράψτε το σχόλιό σας.