facebook twitter youtube googleplus
on/off

AπείρανθοςΛαογραφικά: Ντοπιολαλιά

Το ιδίωμα τ’ Απεράθου μιλιέται στη βορειοανατολική περιοχή της Νάξου, η οποία περιλαμβάνει τα χωριά Απείρανθο και Δανακό, καθώς και την παραθαλάσσια περιοχή των Τριάκαθων ή αλλιώς της Μουτσούνας. Το ιδίωμα των παραπάνω χωριών παρουσιάζει διαφοροποιητικά χαρακτηριστικά ως προς τη φωνητική, τη μορφολογία, τη σύνταξη και το λεξιλόγιο, σε σύγκριση με τα ιδιώματα των υπόλοιπων χωριών της Νάξου. Πέρα, όμως, από την καθαρά γλωσσική διαφοροποίηση, όπως σημειώνει ο Δ.Β. Οικονομίδης, οι κάτοικοι των χωριών αυτών διαφέρουν -ή τουλάχιστον διέφεραν εντονότατα στο παρελθόν- και ως προς την αμφίεση, τα ήθη και τα έθιμα, αλλά και γενικότερα τη νοοτροπία. Βέβαια, κάθε χωριό της Νάξου έχει τα δικά του διαφοροποιητικά χαρακτηριστικά σε σύγκριση με τα υπόλοιπα, παρόλ’ αυτά η Απείρανθος παρουσιάζει μια ακόμα πιο έντονη διαφοροποίηση.

Ακουγόταν και εξακολουθεί να ακούγεται μια συγκεκριμένη λαϊκή παράδοση, σύμφωνα με την οποία πολλοί κάτοικοι του χωριού είχαν τις ρίζες τους στην Κρήτη. Επιπλέον, πολλοί επιστήμονες και μελετητές, βασιζόμενοι κυρίως στη γλωσσική ομοιότητα του απεραθίτικου ιδιώματος και της κρητικής διαλέκτου, είχαν, κατά καιρούς, υποστηρίξει ότι πρέπει να υπήρξε κάποιος εποικισμός από την Κρήτη στ’ Απεράθου, λόγω των επαναστάσεων που σημειώθηκαν εκεί μετά το 1669. Αναπτύχθηκε ένας αρκετά γόνιμος διάλογος μεταξύ επιστημόνων σχετικά με το θέμα αυτό, ωστόσο δεν μπορούμε να πούμε ότι ο εποικισμός είναι τελικά μια γενικά αποδεκτή απ’ όλους άποψη. Κι αυτό γιατί παρόλο που κατεγράφησαν πλείστες ομοιότητες γλωσσικού και λαογραφικού περιεχομένου, δεν υπήρχαν ιστορικές μαρτυρίες που να αποδεικνύουν μετακίνηση πληθυσμών από την μεγαλόνησο στην Απείρανθο. Στην παρούσα περίσταση δεν θα επιχειρηθεί πραγμάτευση του συγκεκριμένου θέματος, το όποιο είναι άκρως ενδιαφέρον και το έχει επεξεργαστεί ο αείμνηστος Γ.Δ. Ζευγώλης (1998), παρά μόνο μία αδρομερής παράθεση των βασικών γλωσσικών χαρακτηριστικών του ιδιώματος τ’ Απεράθου, το οποίο σαφέστατα παρουσιάζει κοινά στοιχεία τόσο με τα άλλα δύο ιδιώματα της Νάξου, όσο και με την κρητική διάλεκτο. Όπως σημειώνουν οι Σιγάλας (1949), Οικονομίδης (1952) και Ζευγώλης (1937· 1956· 1998), το ιδίωμα τ’ Απεράθου (ιδίωμα Γ) παρουσιάζει πλείστα γλωσσικά φαινόμενα σ’ όλα τα επίπεδα (φωνητική, μορφολογία, σύνταξη, λεξιλόγιο κ.λπ.).

Φωνητική

Ένα πολύ σημαντικό φωνητικό φαινόμενο του ιδιώματος, το οποίο απαντά και στην Κρήτη, είναι η προφορά του φθόγγου /k/ ύστερα από τα φωνήεντα /e/ ή /i/, η οποία είναι ουρανικότερη σε σύγκριση με της ΚΝΕ (Οικονομίδης 1952: 223· Ζευγώλης 1956, 2006: 28). Σ’ αυτήν την περίπτωση, το /k/, χωρίς να προφέρεται ως [ts] καθαρό, πλησιάζει τον τσιτακισμό (Ζευγώλης 1937, 2006: 56· 1998: 32).

Η υπερωική προφορά του /λ/ πριν από τα φωνήεντα /a/, /o/, /u/ αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό γλωσσικό φαινόμενο του απεραθίτικου ιδιώματος. Όπως σε όλα τα χωριά των Σφακίων , σε κάποιες Ρεθυμνιώτικες επαρχίες και στ’ Ανώγεια, έτσι και στ’ Απεράθου, το σύμφωνο /λ/, πριν από τα φωνήεντα αυτά προφέρεται «λίαν παχύ, τῆς γλώσσης ἐφαπτομένης ἐπὶ τοῦ οὐρανίσκου καὶ πρὸς τὰ ἔνδον αὐτοῦ» (Οικονομίδης 1952: 223), χωρίς η γλώσσα ν’ αγγίζει τον ουρανίσκο, όπως σχεδόν το αγγλικό /r/ (Ζευγώλης 1998: 44· Κοντοσόπουλος 2001: 61). Συγκεκριμένα, πρώτος ο Χατζιδάκις (1905: 177· στο Ζευγώλης 1998: 44) περιέγραψε με ακρίβεια την προφορά αυτού του φθόγγου: «Κατὰ τὴν προφορὰν τούτου ἡ γλῶσσα ἐν τῷ στόματι αἰωρεῖται καὶ ἐκτείνεται καὶ κεκυρτωμένοις ὑπό τι τοῖς πρόσθεν ἄκροις προσπελάζει τῷ οὐρανῷ, ἀλλ’ οὐδαμοῦ ἄπτεται αὐτοῦ». Όπως σημειώνει ο Ζευγώλης (1998: 44), σε κανένα από τα άλλα χωριά της Νάξου, πλην του Δανακού που έχει αποικιστεί σε πολύ μεγάλο ποσοστό από Απεραθίτες, δεν υπάρχει αυτή η προφορά.

Η δάσυνση του /t/ σε /θ/ στη συνιζημένη συλλαβή (τι+Φ > θι-) αποτελεί άλλο ένα γλωσσικό χαρακτηριστικό του απεραθίτικου ιδιώματος (σπιθιού : σπιτιού, ξενιθιά : ξενιτιά, μαθιά : ματιά). Πρόκειται για ένα φωνητικό φαινόμενο, το οποίο είναι από τα κυριότερα της κρητικής διαλέκτου, καθώς απαντά σ’ όλο το νησί, εκτός από τον νομό Λασιθίου και συγκεκριμένα στη Σητεία (Ζευγώλης 1998: 32· Κοντοσόπουλος 2001: 30). Στα υπόλοιπα ναξιώτικα χωριά, το συνηζιμένο τι- διατηρείται κατά κανόνα, χωρίς να υπάρξει δάσυνση του τ, αν και υπάρχει μερική τροπή του σε θι- στα χωριά Φιλώτι και Κωμιακή. Σύμφωνα με τον Ζευγώλη (1956, 2006: 26· 1998: 33 κ.εξ.), αυτό ίσως να οφείλεται σε επίδραση από το απεραθίτικο ιδίωμα.

Ένα φαινόμενο, που είναι κοινό σ’ όλα τα ναξιώτικα χωριά, είναι η σίγηση του /γ/ ανάμεσα σε φωνήεντα, αλλά και στην αρχή λέξης (ειτονιά : γειτονιά, ιατί : γιατί, θα ύρει : θα γύρει, να ‘ενώ : να γίνω, λίο : λίγο, λέανε : λέγανε, εώ : εγώ, απαλλάια : απαλλάγια). Το φαινόμενο αυτό, σύμφωνα με τον Κοντοσόπουλο (2001: 58), αποτελεί ένα από τα κυριότερα φαινόμενα της κυκλαδίτικης προφοράς, ωστόσο δεν παρατηρείται σε όλες ανεξαιρέτως τις λέξεις: αγαθός, αγαπώ, αγώι : αγώγι κ.λπ. (Οικονομίδης 1952: 226). Μέσα στα πλαίσια των αποβολών συμφώνων, μπορούμε επίσης να σημειώσουμε την αποβολή των /d/, /m/, /n/, /p/ (έπεψες : έπεμψες, καένα : κανένα, υχιά : νυχιά, τίοτα : τίποτα, ‘ια ‘ε : για ιδέ).

Παρατηρείται επίσης ανάπτυξη του ‘άλογου’ /γ/ ανάμεσα στο /v/ και τη ρηματική κατάληξη –ω (ανάβγει : ανάβει, βόλευγε : βόλευε, ξεμπερδεύγεις : ξεμπερδεύεις, σάλευγε : σάλευε, βασιλεύγει : βασιλεύει, δούλευγε : δούλευε) (Οικονομίδης 1952: 228· Ζευγώλης 1937, 2006: 56, 1998: 28· Κοντοσόπουλος 2001: 58).

Τα κλειστά ηχηρά /mb/, /nd/, /ng/ προφέρονται με τα άρρινα αλλόφωνά τους /b/, /d/, /g/ αντίστοιχα, κυρίως στις μεσαίες θέσεις λέξεων (είda : είντα, bιρbινίτσα : μπιρμπινίτσα, ιάdα : γιάντα/ γιατί, μουdί : μουντί, πουdί : πουντί, αφέdης : αφέντης, δαdέλα : δαντέλα) (Οικονομίδης 1952: 224· Κοντοσόπουλος 2001: 59· Ζευγώλης 1998: 28). Η ίδια φωνητική πραγμάτωση παρατηρείται όταν αυτά τα συμπλέγματα προέρχονται από συνεκφορά των ν+κ, ν+τ, ν+π στα όρια των λέξεων (στη dραγαία : στην Τραγαία, σα d’ αψηλά βουνά : σαν τα ψηλά βουνά, μη dυχό : μην τυχόν, στη bλάτσα : στην πλατεία, στη bαρασκιά : στην παρασκιά, : με τον καιρό, : σαν καλός, : στην κόλαση, : την ενδυμασία). Τέλος, μεταξύ των /π/ ή /φ/ και του συνιζανόμενου -ι- αναπτύσσεται πολλές φορές το σύμφωνο /κ/ (Οικονομίδης 1952: 228) (συντροφκιά : συντροφιά, χασαπκιό : χασάπικο, πκιοτό : πιοτό, πκιότερο : πιότερο, πκια : πια (αλλά και πλια).

Μορφολογία

Ένα μορφολογικό φαινόμενο που απαντά γενικότερα στα κυκλαδίτικα ιδιώματα είναι η προσθήκη της συλλαβής -νε στην κατάληξη παρωχημένων ρηματικών τύπων του γ’ ενικού και πληθυντικού προσώπου (είχενε : είχε), κάτι που συμβαίνει, όπως αναφέρει ο Κοντοσόπουλος (2001: 60) και στον νομό Ρεθύμνης. Ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι σε πολυσύλλαβα ρήματα που έχουν τη συγκεκριμένη κατάληξη αναπτυσσεται και δευτερεύων τόνος (σκεύγουντάνε : σκεφτόταν, ποκάθουντάνε : που καθόταν, ίνουντάνε : γινόταν).

Επιπλέον, η γενική του θηλυκού άρθρου είναι τση αντί της, ενώ και η αιτιατική πληθυντικού αρσενικού και θηλυκού άρθρου είναι τσι και όχι τους ή τις. Επίσης, τα κτητικά του, της και τους αντικαθιστώνται με τα dου, τζη και dωνε αντίστοιχα (τση λαλάς : της γιαγιάς, να τση ρίξεις : να της ρίξεις, με τσι βράκες : με τις βράκες, τση γράφω : της γράφω, καλή τζη ώρα : καλή της ώρα, ‘ια dον αφέdη τζη : για τον πατέρα της, τα παιδιά ντωνε : τα παιδιά τους).

Όλα τα ρήματα, είτε αρχίζουν από φωνήεν είτε από σύμφωνο, στους ιστορικούς χρόνους παίρνουν αύξηση η-, εάν αυτή τονίζεται, αλλά ε-, όταν είναι άτονη (Οικονομίδης 1952: 238-9). Το συγκεκριμένο γλωσσικό φαινόμενο απαντά ολόιδιο στην Ανατολική Κρήτη, ενώ στην υπόλοιπη Νάξο δεν ισχύει ως γραμματικός κανόνας (Ζευγώλης 1998: 39 κ.εξ.) (ήτρωεν : έτρωγε, ήφηνε : άφηνε, εσηκώθημα : σηκωθήκαμε, εδούλεια : φοβόταν).

Χρησιμοποιούνται, επίσης, οι καταλήξεις –θης και –θη στο β’ και γ’ ενικό πρόσωπο του παθητικού αορίστου, αντί των –θηκες και –θηκε της Κοινής (Οικονομίδης 1952: 243) (ποβρέθην : που βρέθηκε, εξημερώθησα : ξημερώθηκαν, εσκέφθησαν : σκέφτηκαν), πράγμα το οποίο απαντά στη δυτική Κρήτη, αλλά όχι στα υπόλοιπα χωριά της Νάξου, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων (Ζευγώλης 1998: 42 κ.εξ.).

Το γ’ πληθυντικό πρόσωπο στους ενεργητικούς χρόνους της οριστικής έχει καταλήξεις –ουσι και –ασι (Οικονομίδης 1952: 242-3), πράγμα το οποίο παρατηρείται μόνο στα χωριά των Σφακίων Κρήτης. Στ’ Απεράθου συμβαίνει ακριβώς το ίδιο, ενώ στους άλλους ναξιώτικους οικισμούς το φαινόμενο αυτό δεν απαντά, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων, όπως σημειώνει ο Ζευγώλης (1998: 45) (λέσι : λένε, έχουσιν : έχουν, πέφτουσι : πέφτουν, ήπκιασι : ήπιαν, πίνασι : έπιναν, λέασι : έλεγαν, είδασι : είδαν, εφάασι : έφαγαν).

Σύνταξη

Το αντικείμενο του ρήματος επιτάσσεται, όταν αυτό εκφέρεται με εγκλιτικό αντωνυμικό τύπο (Οικονομίδης 1952: 256). Σύμφωνα με τον Ζευγώλη ([1956] 2006: 32), η επίταξη του αντικειμένου γίνεται στην περίπτωση που δεν προηγούνται άλλες λέξεις, ενώ όταν προηγούνται, τότε το αντωνυμικό αντικείμενο προτάσσεται (πού ‘κουέ μου : που άκουγε εμένα, ήγραφέ dου : του έγραφε, λέω σου : σου λέω, δώνω σου : σου δίνω, μοιάζει τζη : της μοιάζει, ήγραφέ της : της έγραφε).

Τέλος, διατηρείται η σύνταξη ρημάτων με αντικείμενο σε γενική (πού ‘κουέ μου : που άκουγε από εμένα, προσπαθώ να σου ξεχάσω : προσπαθώ να σε ξεχάσω), πιθανώς εξέλιξη της αρχαίας δοτικής σε κάποιες περιπτώσεις (λέω σου : σου λέω, δώνω σου : σου δίνω, μοιάζει τζη : της μοιάζει, πιστεύγω σου : σε πιστεύω, αν σου καταραστώ : αν σε καταραστώ) (Ζευγώλης [1956] 2006: 31· Οικονομίδης 1952: 259).

Λεξιλόγιο

Το φαινόμενο της σύνθεσης έχει μεγάλη επίδοση στο Απεραθίτικο ιδίωμα. Με μια ιδιαίτερη ευκολία συντίθενται επωνύμια, παρωνύμια, βαπτιστικά, ενώ συχνά συνδέονται ουσιαστικά και επίθετα με παθητικές μετοχές που φανερώνουν βλάβη, ευχή ή κατάρα (αφροκυλισμένος, χιλιοαναθεμένος, αδικοφρονεμένος, κακοβραδυασμένος). Ο Δ.Β. Οικονομίδης παρατηρεί ότι η σύνθεση γίνεται πολλές φορές μεταξύ τριών ή και περισσοτέρων λέξεων, πράγμα που θυμίζει τα Αριστοφάνεια σύνθετα (διπλοχιλιοσαρανταναθεμένος, καματοδιβολοτριβολιστής).

Η χρήση, τέλος, δάνειων ιταλικών, ενετικών, τουρκικών, αραβικών, ισπανικών, γαλλικών κ.λπ. λέξεων είναι αρκετά συχνή στο ιδίωμα (αβάdα< ιταλ. avanti, άρbουρο< ενετ. alboro, αbαδέλλι< τουρκ. αba, αβανιά< αραβ. havan, ζαbόνι< γαλλ. jambon).

Αυτά τα ολίγα για το ιδίωμα τ’ Απεράθου…

 

Βιβλιογραφία

Ζευγώλης, Γ. [1937] 2006. «Το σύγχρονο λαϊκό τραγούδι στην Απείρανθο της Νάξου». Αναδημοσίευση στο Φιλολογικά και Λαογραφικά Μελετήματα. Αθήνα, 53-103.

Ζευγώλης, Γ. [1954] 2006. «Μια νέα τεχνοτροπία στα λαϊκά τραγούδια της Νάξου». Νέα Εστία, τ.55, τεύχος 640. Αναδημοσίευση στο Φιλολογικά και Λαογραφικά Μελετήματα. Αθήνα, 178-185.

Ζευγώλης, Γ. [1956] 2006. «Γλωσσικά φαινόμενα από τα ιδιώματα της Νάξου». Στο Melanges Merlier (Insitut Francais d’Athenes), tome II. Athenes. Αναδημοσίευση στο Φιλολογικά και Λαογραφικά Μελετήματα. Αθήνα, 21-37.

Ζευγώλης, Γ. 1998. Έποικοι κρητικοί στ’ Απεράθου της Νάξου. Αθήνα.
Κεφαλληνιάδης, Ν. 1995. «Κρητικοί στη Νάξο». Ανάτυπο από την Επετηρίδα Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών. Πρακτικά Α’ Κυκλαδολογικού Συνεδρίου (Άνδρος, 5-9 Σεπτεμβρίου 1991). Τόμος ΙΕ’, Μέρος Β’. Αθήνα, 108-118.

Κοντοσόπουλος, Ν. 2001. Διάλεκτοι και ιδιώματα της Νέας Ελληνικής. Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρη.

Οικονομίδης Δ. 1952. «Περί του γλωσσικού ιδιώματος Απειράνθου Νάξου». Αθηνά 56, 215- 275.

Σιγάλας, Α. 1949. «Γλωσσικά ιδιώματα και εποικισμοί της Νάξου». Ναξιακόν Αρχείον 15, Νάξος, 192-216.

Σφυρόερας, Ν. 1984. Δημοτικά τραγούδια από τ’ Απεράθου της Νάξου. Αθήνα: Απεραθίτικος Σύλλογος.

Τσουκνίδας, Γ. 1994. «Ρηματικά ουσιαστικά στο ιδίωμα της Απυράνθου». Ανάτυπο από τα Πρακτικά του Α’ Πανελληνίου Συνεδρίου με θέμα «Η Νάξος διά μέσου των αιώνων» (Φιλώτι, 3-6 Σεπτεμβρίου 1992), 961-976.

Για το παρόν κείμενο αντλήθηκαν στοιχεία από τη μεταπτυχιακή εργασία της Μαρίας Ξεφτέρη με τίτλο: «Κοινωνιογλωσσική προσέγγιση του Ιδιώματος τ’ Απεράθου Νάξου (όπως διατηρείται στην Αθήνα)» (Σεπτέμβριος 2005). Εκτενής αναφορά επίσης γίνεται στην ανακοίνωση της ίδιας στην 4η Συνάντηση Μεταπτυχιακών Φοιτητών του Πανεπιστημίου Αθηνών, που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2007 (υπό δημοσίευση).

Γράψτε το σχόλιό σας.