Κάποτε όποιος από τους κατοίκους ενδιαφερόταν να παρασκευάσει αλάτι, το ανακοίνωνε στον πρόεδρο της κοινότητας. Αφού γινόταν το συμβόλαιο του παραχωρούσε ένα μέρος στο ακρωτήρι για 4 χρόνια.
Η περιοχή του Ακρωτηρίου είναι μια παραλία πετρώδης, στην οποία δημιουργούνται μικρές και μεγαλύτερες λιμνούλες. Τις λιμνούλες αυτές οι ντόπιοι τις ονόμαζαν “λίμπες”. Έφτιαχναν ένα τοιχάκι από λάσπη, που έβρισκαν στην αμμουδιά γύρω στην λίμπα ώστε να μην φεύγει το νερό. Η λάσπη πέτρωνε επειδή είχε μεγάλη περιεκτικότητα σε αλάτι.
Οι λίμπες πλένοντας για να φύγουν τα χώματα με ένα σκληρό χόρτο, το λαϊπόδι. Τις γέμιζαν με άλμη από τις λίμνες, που μαζευόταν στις φουρτούνες εκεί που δεν φτάνει το κύμα. Μετά από καιρό εξατμιζόταν το πολύ νερό με αποτέλεσμα να έχει ακόμα μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε αλάτι. Αυτό το χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι ως “μαγιά”.
Ύστερα γέμιζαν τις λίμπες με τη “μαγιά”. Μια, δυο μέρες μετά το πρώτο αλάτι έχει δημιουργηθεί σαν κρούστα πάνω στην επιφάνεια της λίμπας και το μαζεύουν. Το αλάτι αυτό λέγεται «αφράλα», και είναι σαν θρυμματισμένο κρύσταλλο λευκού χρώματος. Μόλις μαζεύανε το πρώτο αλάτι, ξεκινούσε πάλι η ίδια διαδικασία για το επόμενο. Τον Αύγουστο ο κάθε κάτοικος μπορούσε να παρασκευάσει μέχρι και τετρακόσια κιλά αλάτι, που το έδινε στα παντοπωλεία του Ληξουρίου.
Οι κάτοικοι του χωριού δεν ασχολούνται πλέον με την παραγωγή αλατιού και η διαδικασία αποτελεί ανάμνηση του παρελθόντος, και μέρος της λαογραφικής παράδοσης του χωριού.
ΒουνίΛαογραφικά: Η παραγωγή αλατιού στο Βουνί
Γράψτε το σχόλιό σας.