Η Καστρινή Αποκριά (Ηρακλειώτικη), έχει τεράστια παράδοση. Από το νερατζοπόλεμο των Ενετών έως τους αυγοπόλεμους της νυχτερινής διασκέδασης του 1924 μέχρι τα ατέλειωτα γλέντια στη δεκαετία του 1960.
Υπάρχουν πολλές αφηγήσεις και από αποκόμματα εφημερίδων της εποχής που περιγράφουν τις σάτιρες, τα γλέντια και τους χορούς στην κοινωνία του Κάστρου κατά την Αποκριά, καρναβάλια τα οποία σταμάτησαν μόνο κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας και μετέπειτα στον πόλεμο και την Κατοχή.
Ολοι οι κεντρικοί δρόμοι ήταν γεμάτι από κομφετί και σερπαντίνες και μάλιστα στην ενετική Κάντια (Ηράκλειο), το Καρναβάλι είχε έντονο το ύφος της Βενετίας με μάσκες, όργανα και μουσική.
Ένα ιδιαίτερο όμως έθιμο της πόλης ήταν οι αποκριάτικες θεατρικές παραστάσεις, καθώς υπολογίζεται ότι μόνο κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού από τον 17ο αιώνα γράφτηκαν περίπου 50 κωμωδίες στο Μεγάλο Κάστρο, παραστάσεις οι οποίες ούτε στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας δεν σταμάτησαν στη διάρκεια του Καρναβαλιού, σε πλατείες και αρχοντικά σπίτια. Ενδεικτικά αναφέρομε ότι η διάσημη κωμωδία «Φορτουνάτος» γράφτηκε από τον Μάρκο Αντώνιο Φώσκολο το 1655, στα χρόνια της πολιορκίας.
Μετά τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας το 1884 έγινε το πρώτο «δημόσιο καρναβάλι» στην πόλη. Οι κάτοικοί της πλέον μετά τον τούρκικο ζυγό είχαν μεγάλη ανάγκη από εξωστρέφεια και δεν ικανοποιούνταν πια να γιορτάζουν το καρναβάλι από σπίτι σε σπίτι.
Το καρναβάλι ξεκινούσε πίσω από το μικρό Ναό του Αγίου Μηνά και συνέχιζε την παρέλαση στη λεωφόρο Καλοκαιρινού στο μόνο δρόμο που γίνονταν δημόσια θρησκευτικές εκδηλώσεις των χριστιανών. Στην αρχή της πομπής ήταν ο ξυλοπόδαρος και πίσω του προχωρούσαν οι «πατσούροι» που φορούσαν μουτσούνες από προβιές και κρατούσαν βούκινα με χοντρές αλυσίδες. Ακολουθούσε το περίφημο γαϊτανάκι και η γνωστή μπάντα της εποχής «Τα Καλά Παιχνίδια του Μεγάλου Κάστρου».
Τα καρναβάλια της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα έμειναν στην ιστορία για το πηγαίο χιούμορ τους. Το πρώτο μεγάλο καρναβάλι ήταν αυτό του 1908 που ξεκίνησε με την πρωτοβουλία φοιτητών της εποχής, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Νίκος Καζαντζάκης. Σε αυτό το καρναβάλι, την διοργάνωση του οποίου ανέλαβε ειδική επιτροπή, δημιουργήθηκε και το περιβόητο άρμα του Διονύσου, για τη διακόσμηση του οποίου ήρθαν δυο φορτία μυρτιάς από το Κανλί Καστέλλι. Στην κυριολεξία όλη η πόλη συμμετείχε σε αυτό το καρναβάλι, θέμα του οποίου ήταν η σάτυρα της άθλιας τότε οικονομικής κατάστασης και οι ψεύτικες υποσχέσεις της κυβέρνησης για έργα που ποτέ δεν έγιναν.
Ο «Σιδηρόδρομος της Μεσσαράς» που ήταν περίπου 15 γαϊδουράκια δεμένα το ένα πίσω από το άλλο και παρίσταναν τα βαγόνια σιδηρόδρομου που θα ένωνε το Ηράκλειο με τη Μεσσαρά και δεν υλοποιήθηκε, ήταν το αποκορύφωμα του καρναβαλιού του 1908.
Το 1924 ήταν η εποχή των «μασκαράτων» όπου ο συναγωνισμός για την πιο πρωτότυπη ενδυμασία ήταν στο ζενίθ του. Η πλατεία στις Τρεις Καμάρες ήταν στρωμένη με κομφετί και οι λεγόμενοι «Καζαντζακικοί» μασκαράδες, οι λάτρεις των ιδεών του Καζαντζάκη, ντύνονταν πιερότοι με μαύρη μεταξωτή στολή που στην πλάτη είχε ένα ερωτηματικό. Στο Ντορέ (κινηματογράφος της εποχής), χόρευαν πόλκα και έψαχναν αφορμή για να πλησιάσουν τον αγαπημένο ή την αγαπημένη τους.
Καθώς το Ηράκλειο συνέρχονταν από τις συνέπειες της Μικρασιατικής καταστροφής το 1930, άρχισε να ενσωματώνει καλύτερα τους μικρασιάτες πρόσφυγες και τα τότε θέατρα της πόλης (Αγλαϊα, Πουλακάκι) και ο κινηματογράφος Μινώα (σημερινή Βασιλική του Αγίου Μάρκου) κ.ά., μετατράπηκαν σε αίθουσες χορού που τα γλέντια κρατούσαν όλη τη νύχτα και οι ορχήστρες έβγαιναν από τα μαγαζιά για να καταλήξουν όλοι στο Μεϊντάνι για ζουμί κότας και καβρουμάδες (κουλούρια). Θίασοι από την Αθήνα (Σαπουντζάκη, Καλουτά κ.ά.), καθώς και μεγάλες ορχήστρες έρχονταν στο Ηράκλειο στο θέατρο «Πουλακάκι». Στους επίσημους χορούς που γίνονταν στις δυο λέσχες της πόλης, οι άντρες φορούσαν σμόκιν, λουστρίνι και παπιγιόν και οι γυναίκες μακριές τουαλέτες.
Στα χρόνια του μεσοπολέμου η Καστρινή Αποκριά ήταν τόσο δημοφιλής που οργανώνονταν εκδρομές από την Αθήνα και υπήρχαν οι ανάλογες διαφημίσεις και στον αθηναϊκό Τύπο της εποχής.
Μετά τη δεκαετία του 1930 ήρθε το κίνημα του 1935, η δικτατορία του Μεταξά, ο πόλεμος και η κατοχή. Σε κανέναν κάτοικο δεν υπήρχε η διάθεση για καρναβάλι. Όταν το 1952 ήρθαν οι «Ημέρες χαράς» όπως ονομάστηκαν και αυτό ήταν η απαρχή για τη νέα χρυσή εποχή του Καστρινού Καρναβαλιού. Η παρέλαση την έναρξη της οποίας έκανε η Φιλαρμονική, ξεκίνησε από την Πύλη των Χανίων. Ο καρνάβαλος, οι βρακοφόροι, οι χωριατοπούλες, οι κολομπίνοι, οι πιερότοι, οι βρακοφόροι και οι κουδουνάτοι, ήταν μερικοί από τους οποίους έλαβαν μέρος σε αυτό το καρναβάλι. Μεγαλειώδες ήταν το γαϊτανάκι με τις 32 ανυφάντρες που ακολουθούσε. Η παρέλαση έφτασε μέχρι την κεντρική πλατεία Ελευθερίας και μετά πέρασε από τους συνοικισμούς επιστρέφοντας το βράδυ πάλι στην πλατεία.
Δεν ήταν όμως μόνο το επίσημο καρναβάλι στις δεκαετίες του ’50-’60, καθώς στους δρόμους του Ηρακλείου οι παρέες παρουσίαζαν σκετς και διασκέδαζαν μέχρι τις πρωινές ώρες.
Έναν αιώνα μετά, αυτό που έχει μείνει αναλλοίωτο στην πόλη του Ηρακλείου είναι η διάθεση και το κέφι που πλημμυρίζουν τους δρόμους της πόλης.
Ελένη Δ. Μπουχαλάκη