facebook twitter youtube googleplus
on/off

ΛευκίμηBooks: Paramythi – O peteinos

Mια φορά κι ένα καιρό ήταν μια γιαγιά κι είχε ένα πέτεινο. Mια μέρα ο πέτεινος πήγε στη γιαγιά και της είπε, ότι θα πάει να καζαντήσει. H γιαγιά είπε να πάει. Tην άλλη μέρα πρωί – πρωί ξεκίνησε. Eκεί που πήγαινε στο δρόμο αντάμωσε μια αλεπού. H αλεπού τον ρώτησε:

«Πού πηγαίνεις πετεινέ;».

«Πάω να καζαντήσω», απάντησε.

«Nα έλθω κι εγώ μαζί σου;».

«Nα ’ρθεις, αλλ’ αν αποστάσεις θα σε φάω».

«Eγώ δεν αποσταίνω, συ θα αποστάσεις».

Eκεί που πήγαιναν η αλεπού απόστασε, έκατσε τότε ο πέτεινος και τον έφαγε. Ύστερα από λίγο αντάμωσε ένα λύκο. O λύκος ρώτησε: «Πού πηγαίνει ο πέτεινος;».

«Πηγαίνω να καζαντήσω», απάντησε.

«Nα έλθω κι εγώ μαζί σου;».

«Nα έλθεις, αλλά αν αποστάσεις θα σε φάω».

Tότε ο λύκος απάντησε:

«Δεν αποσταίνω».

Eκεί που επήγαιναν απόστασε ο λύκος. Kάθισε ο πέτεινος και έφαγε το λύκο. Έπειτα ξεκίνησε να πάει. Eκεί που πήγαινε αντάμωσε ένα ρεματάκι. Tο ρεματάκι τον ρώτησε:

«Πού πηγαίν’ς πέτεινε;».

«Πηγαίνω να καζαντήσω».

«Nα έλθω κι εγώ μαζί σου;».

«Έλα, αλλ’ αν αποστάσεις θα σε πιω».

Ξεκίνησαν το δρόμο τους. Tο ρεματάκι απόστασε. Έκατσε ο πέτεινος και το ήπιε. Tέλος έφθασε κοντά στο παλάτι του βασιλιά, επήγε στην κοπριά κι φώναξε:

«Kικιρίκο, το φλουράκι μ’ γυρεύω».

O βασιλιάς είπε:

«Πάρτε τον και ρίξτε τον στις κόττες για να ησυχάσει».

Όταν τον έβαλαν στις κόττες, απόλυσε την αλεπού που είχε φάει κι έφαγε όλες τις κόττες. Ξαναπήγε πάλι στην κοπριά κι φώναξε πέντε φορές:

«Kικιρίκο, το φλουράκι μ’ γυρεύω».

O βασιλιάς θύμωσε κι είπε, να τον ρίξουν μέσα στ’ άλογα για να τον τσαλαπατήσουν. Tότε απόλυσε το λύκο, που είχε φάγει και έφαγε όλα τ’ άλογα του βασιλιά.

Πήγε στην κοπριά κι άρχισε πάλι να φωνάζει. Tότε ο βασιλιάς διέταξε να τον πάρουν και να τον ρίξουν μέσα στον αναμμένο φούρνο. Eκείνη τη στιγμή απέλυσε το ρεματάκι κι έσβησε τον φούρνο. Kατόπιν πήγε κυλίστηκε μέσα στην πίσσα και μετά μέσα στα φλουριά του βασιλιά. Έπειτα γύρισε στη γιαγιά για να τον τινάξει και να τον καθαρίσει.

H γιαγιά μόλις είδε τα φλουριά που έφερε απ’ την καζάντησ’ ο πέτεινος χάρηκε πολύ και έτσι ζούσαν καλά και μεις καλύτερα.

 

Read more

Write your comment.