Η αρχαιότερη μνεία τού οικισμού αναφέρεται σε συμβόλαιο τού 1301, του συμβολαιογράφου τού Χάντακα Benv. de Brixano, Vudomaierio[i]. Αναφέρεται στην επαρχία Αγίου Βασιλείου το 1577 από τον Fr. Barozzi (fo 27r) ως Vuidhomagiergiο. Από τον Καστροφύλακα (Κ176), με 60 κατοίκους, το έτος 1583 ως Vuidhomagiergiό. Από τον Βασιλικάτα[ii], το έτος 1630, ως Vuidho Magiero. Στην τουρκική απογραφή τού 1659 ως Vidu Mayeryo με 20 σπίτια[iii]. Το ίδιο έτος (1659) το χωριό εμφανίζεται να διαθέτει 77 τσερίπια[iv] χωράφια, 146 ελαιόδεντρα, 16,5 τσερίπια αμπέλια, και 25 τσερίπια ακαλλιέργητες γαίες[v]. Το 1629 το χωριό εμφανίζεται ως Vidomagiero και το 1834, στην Αιγυπτιακή απογραφή, ως Dumaghergo[vi]. Στην απογραφή τού 1881 ανήκει στον Δήμο Αγίου Πνεύματος και αναφέρεται Δουμαεργειό και έχει 195 Χριστιανούς κατοίκους[vii]. To 1900, στον ίδιο δήμο, κάτ. 246. Το 1920 είναι έδρα ομώνυμης κοινότητας με το όνομα Δουμαεργιό, με 212 κατοίκους. Το 1928 ανήκει στην κοινότητα Αρδάκτου, με 251 κατ., το 1940 έγινε Κεντροχώριον, έδρα ομώνυμης κοινότητας με 297 κατ., το 1951 κάτ. 230, το 1961 κάτ. 216, το 1971 κατ. 191, το 1981 κάτ. 117, το 1991 κάτ. 93, το 2001 κάτ. 72.
Από το έτος 1930 οι συνοικισμοί Δουμαεργιό (νυν Κεντροχώριον) και Πλατανές τής Κοινότητας Ακουμίων αποτελούν την κοινότητα Κεντροχωρίου (Δ. 7-8-1930, ΦΕΚ. Α 238/1930).
Όπως μπορούμε από τα παραπάνω να παρακολουθήσουμε, εντυπωσιάζει η εξαιρετικά μεγάλη ποικιλία με την οποία το όνομα τού χωριού απαντάται στις απογραφές και στα διάφορα έγγραφα. Έτσι, επί πλέον των παραπάνω ονομασιών, συναντήσαμε το χωριό και ως Βιδομαγιογιό[viii], Βιντό- Φιτσίλο[ix], Βίδο Φικιρλού[x]και Βίδου Μαγεργιό[xi].
· Ιστορικά στοιχεία
Ως Βουιδομεργιό βρίσκουμε το χωριό σε νοταριακή πράξη τού Μαρίνου Αρκολέου (3/2/1645)[xii], σύμφωνα με την οποία τα αδέλφια Γεωργιλάς Σαγκουινάτσος και η αδελφή του Όρσα, κληρονόμοι τής μητέρας τους μακαρίτισσας Φραντζούς, έδωσαν στον Ιάκωβο Σαγκουϊνάτσο Ρόζα όλες τις περιουσίες που είχαν στα χωριά Κισσό και Βουιδομεργιό, για να τις εκμεταλλεύεται επί δύο χρόνια, προκειμένου να εξοφλήσουν δάνειο τού Ιάκωβου Σαγκουϊνάτσου που είχε δώσει αυτός ο ευγενής κρητικός στη μακαρίτισσα μητέρα τους.
Σε άλλη νοταριακή πράξη τού Αντρέα Καλέργη βρίσκουμε το χωριό ως Βουιδομαγεργιό. Από το χωριό, λέγει, αυτό καταγόταν ο Πόλος Κασιμάτης τού Τζουάνε, ο οποίος ορίστηκε ως εκτιμητής για τον καθορισμό της τιμής τού σταριού που θα πουλούσαν τα αδέλφια Γεωργιλάς, Τζανής και Φραγκιάς από το Βάτο στον nob. h. Νικολό Μουδάτσο[xiii].
Επίσης, στα έγγραφα τού Ιεροδικείου Ρεθύμνης (15/2/1659)[xiv] υπάρχει Διαταγή τού Μεγάλου Στραταρχείου προς παραχώρηση τού τιμαρίου Βουδομαγεργειό στον εξοχώτατο αρχηγό τού Συντάγματος Χανίων Μεχμέτ βέη, σύμφωνα με παράκλησή του στην Α. Μεγαλειότητα τον Σουλτάνο. Ο Σουλτάνος «ηυδόκησεν να δεχθεί να τού δοθή (τού Μεχμέτ βέη) διά τας μεγάλας υπηρεσίας του προς το Βασίλειον». Το τιμάριο Βουδομαγεργειό είχε προηγουμένως ο ευνούχος Ιβραΐμ αντί 8000 παράδων, ο οποίος όμως πέθανε και το τιμάριο παρέμενε αδιάθετο.
Ο θρύλος τής Αρχόντισσας Μαρίας
Ο Μιχάλης Μ. Παπαδάκης[xv] ασχολούμενος με την ιστορική Μονή τού Αγίου Πνεύματος, που βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής ΒΔ τού Βουϊδομαγερειού, αναφέρεται, μεταξύ άλλων, και σε γνωστότατο στην περιοχή θρύλο, που επιχειρεί με λαϊκό τρόπο να εξηγήσει την τόσο ιδιόμορφη ονομασία τού χωριού, την οποία τόσο πολύ έχουν κακοποιήσει οι διάφοροι απογραφείς και λοιποί ερευνητές από την Ενετοκρατία μέχρι και τις ημέρες μας.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τον θρύλο αυτόν, στα χρόνια τού Βυζαντίου, ζούσε στο χωριό μια όμορφη αρχόντισσα με το όνομα Μαρία, ιδιοκτήτρια όλης της περιοχής, από την κορυφή τού όρους Κέδρος μέχρι κάτω, στο Λυβικό Πέλαγος. Αυτή είναι που έκτισε και την Ι. Μονή τού Αγίου Πνεύματος, στην οποία και μόνασε, στη συνέχεια, πέθανε και θάφτηκε. Για την καλλιέργεια, λοιπόν, των πολλών και πλούσιων κτημάτων της στην περιοχή, η Μαρία είχε το χωριό Βουιδομαγερειό, στο οποίο κατοικούσαν οι ζευγολάτες της και βρίσκονταν οι στάβλοι των αροτριώντων ζώων της. Αυτό ακριβώς- σύμφωνα με τη συγκεκριμένη παράδοση- σημαίνει και η ονομασία τού χωριού. δηλαδή, το α΄ συνθετικό τα βόδια που ζευγάριζαν τα απέραντα χωράφια τής πλούσιας Μαρίας και το β΄ συνθετικό το μαγεργειό, όπου ετοιμαζόταν το φαγητό για τους ζευγολάτες. Λέγεται, ακόμα, ότι με δική της πρωτοβουλία διαμορφώθηκαν για πρώτη φορά σε καλλιεργημένες πεζούλες όλες οι βραχώδεις πλαγιές βόρεια από το Κεντροχώρι και τον Πλατανέ.
Θεωρούμε, πάντως, ότι αυτή η ευρύτατα διαδεδομένη και καθ’ όλα όμορφη παράδοση τής περιοχής- που δεν πρέπει, για τον λόγο αυτόν, να την αφήσουμε επ’ ουδενί να χαθεί- δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με το όνομα τού χωριού. Αλλά την άποψή μας επ’ αυτού θα την εκφράσουμε πλήρη και εμπεριστατωμένη εν ευθέτω χρόνω.
Η νεότερη μετονομασία τού χωριού σε «Κεντροχώρι» δεν έχει τίποτε το ουσιαστικό να προσδώσει στο χωριό και θα πρέπει πάση θυσία να υποχωρήσει μπροστά στην ομορφιά, τη γοητεία αλλά και τις παραδόσεις και τους θρύλους που συντηρεί και διασώζει η παλιά του ονομασία Βιδουμαγεργειό- Δουμαεργιό. Εξάλλου δα, το… Κεντροχώρι δεν είναι και το μοναδικό κεντρικό στην περιοχή χωριό, αλλά ούτε και το μοναδικό χωριό τού όρους Κέντρους, ώστε να μονοπωλήσει αυτήν την ονομασία, η οποία στην περίπτωσή του, παραμένει γράμμα κενό! Γιατί χωριά τού Κέντρους είναι και ο Πλατανές και ο Κισσός και η Κρύα Βρύση, από τις ΝΔ κλιτείς τού όρους, αλλά και το Γερακάρι, οι Βρύσες και το Χωρδάκι, από τις ΒΑ.
[i] R. Morozzo della Rocca, fonti per la storia di Venezia, σ. 160. Στέργιου Γ. Σπανάκη, Πόλεις και χωριά της Κρήτης στο πέρασμα των αιώνων (Μητρώον των οικισμών), Ηράκλειο 1991, 198.
[ii] Στέργιου Γ. Σπανάκη, Μνημεία Κρητικής Ιστορίας V, 130.
[iii] Ν. Σταυρινίδη, «Απογραφικοί Πίνακες», Κρητικά Χρονικά, ΚΒ΄, 128. Την ίδια χρονιά βάσει τού ιεροδικαστικού κώδικα το χωριό πληρώνει 13 χαράτζια. Ο ίδιος αριθμός σπιτιών το 1659 πληρώνει φόρο καφτανίου. Το 1651/2 τα χαράτζια του γίνονται 12 (Ευαγγελία Μπαλτά- Mustafa Oguz, Το Οθωμανικό Κτηματολόγιο τού Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 2007, 479).
[iv] Τσερίπ (cerib)= μονάδα μέτρησης επιφανείας, που ισοδυναμεί προς 60 τετραγωνικούς πήχεις.
[v] Ευαγγελία Μπαλτά- Mustafa Oguz, ό.π.
[vi] Rob. Pashley, Travels in Crete, II, 313.
[vii] Νικ. Σταυράκη, Στατιστική του πληθυσμού της Κρήτης, Αθήνησι 1890, 27.
[viii] Μεταφράσεις Τουρκικών Ιστορικών Εγγράφων, υπό Νικολάου Σ. Σταυρινίδου, τ. Γ΄ ετών 1694-1715, Ηράκλειο 1987, πράξη 1572, 257.
[ix] Παπιομύτογλου Γιάννη Ζ. (Επιμέλεια), Έγγραφα Ιεροδικείου Ρεθύμνης 17ος- 18ος αι., Οι μεταφράσεις τού «Βήματος» Ρεθύμνης, Ρέθυμνο 1995, έγγραφο 64, σ. 72, Θεωρώ ότι υπό το όνομα αυτό υποκρύπτεται το χωριό Βουιδομαγεργειό.
[x] Μεταφράσεις Τουρκικών Ιστορικών Εγγράφων, υπό Νικολάου Σ. Σταυρινίδου, τ. Α΄ ετών 1657-1672, Ηράκλειο 1986, πράξη 163, 116.
[xi] Ό.π., πράξη 164, 117
[xii]Γιάννη Μιχ. Γρυντάκη, Μαρίνος Αρκολέος, Ο τελευταίος νοτάριος της Δυτικής Κρήτης, Πρωτόκολλο 1643-1646, Ρέθυμνο 2003, πράξη 180, σ. 248.
[xiii] Γιάννη Μιχ. Γρυντάκη Το Πρωτόκολλο τού Ρεθεμνιώτη νοτάριου Αντρέα Καλέργη (1634-1646), Αθήνα 1994, πράξη 267, σ. 187.
[xiv] Παπιομύτογλου Γιάννη Ζ. (Επιμέλεια), Έγγραφα Ιεροδικείου Ρεθύμνης 17ος- 18ος αι., Οι μεταφράσεις τού «Βήματος» Ρεθύμνης, Ρέθυμνο 1995, έγγραφο 71, σ. 76.
[xv] Μιχ. Μ. Παπαδάκη, Το Μοναστήρι τού Πρέβελη, Ρέθυμνο, 1978, 168. Τού ίδιου, «Η Μονή και η Σχολή τού Αγίου Πνεύματος», περιοδ. Προμηθεύς ο Πυρφόρος 18 (1980), 5.
ΚΩΣΤΗ ΗΛ. ΠΑΠΑΔΑΚΗ