Tο χωριό Πέραμα, σύμφωνα με ιστορικές πηγές, αναφέρεται για πρώτη φορά στα 1378 και από τότε η ονομασία του παραμένει η ίδια. Ο Παναγιώτης Αραβαντινός αναφέρει το Πέραμα αυτή τη χρονολογία ως χωριό, όταν κάνει λόγο για επικείμενη επίθεση στο κάστρο της πόλης των Ιωαννίνων, όπου δεσπότης της ήταν ο Σέρβος Θωμάς Πρεάλουμπος ή Πρελούμποβιτς, από τριακόσιους Μαλακασίους πολεμιστές, οι οποίοι βρίσκονταν στην περιοχή της Δραμπάτοβας και έψαχναν πλεούμενο να τους μετα-φέρει, μέσω της λίμνης, για να επιτεθούν στο κάστρο. Τότε, σύμφωνα με τον Αραβαντινό, «…ευρόντες συνδρομητήν του σκοπού των… τινά Νιχηφόρον, κωφόν επικαλούμενον, τον εκ του χωρίου Περάματος καταγόμενον, έχοντα πλοίον ικανής χωρητικότητος επιβιβάσθησαν εν αυτώ…».
Περισσότερες όμως είναι οι προφορικές πηγές, πληοφορίες δηλαδή που έφθασαν ως τις μέρες μας από γενιά σε γενιά, οι οποίες κάνουν λόγο για την ιστορία του χωρίου και των πρώτων κατοίκων του. ‘Οτι δηλαδή οι πρώτοι που έφτασαν στην περιοχή, περί τον όγδοο αιώνα, κατοίκησαν στην περιοχή «Σαϊτό», δεξιά του χώρου όπου βρίσκεται τώρα το στρατόπεδο, η οποία φέρει ως σήμερα αυτό το όνομα. Τότε τα νερά της λίμνης έφθαναν ως εκεί και οι άνθροιποι αυτοί ασχολήθηκαν με το ψάρεμα και τη μεταφορά ανθρώπων και αγαθών με τα καΐκια τους, δια μέσου της λίμνης, στην πόλη των Ιωαννίνων. Από αυτό άλλωστε το «πέρασμα» πήρε αργότερα το μετέπειτα χωριό το όνομα του, που δεν άλλαξε ποτέ. Όσο τα νερά της λίμνης «έπεφταν», τόσο μεταφέρονταν και οι κάτοικοι προς τον πρώτο οικισμό της σημερινής περιοχής, ο οποίος, όπως αναφέρθηκε, συναντάται με το όνομα Πέραμα το 1378 και λέγεται ότι υπήρχε από τον 10ο ή 11ο αιώνα.
Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας το Πέραμα αποτελούσε ιδιοκτησία Τούρκων μπέηδων και αγάδων, γνώρισε πολλά δεινά, για τον λόγο ότι Τούρκοι και Αλβανοί αξιωματούχοι εκμεταλλεύονταν άγρια τους σκλαβομένους φτωχούς κατοίκους του. Ο Γάλλος Πρόξενος στα Γιάννενα (επί Αλή πασά) και περιηγητής Φ. Πουκεβίλ αναφέρει ότι υπήρχε «στο Πέραμα σπίτι αναψυχής του βεζύρη Αλή και κοντά-κοντά ένα χωριό από σαράντα καί καλύβες που τις κατοικούν φτωχοί χριστιανοί, στους οποίους ο βεζύρης Αλή Πασάς, συνιθισμένος να μαντρώνει τους άνθρωπους σαν τα κοπάδια, αντικατέστησε από τον καιρό το δικό μου από ένα πληθυσμό Ελλήνων από τα Ιόνια νησιά που επέστρεφαν από προσκύνημα στα Ιεροσόλυμα».
Σε περίοπτη θέση του χωριού, ο Αλή πασάς είχε κτίσει τα θερινά ανάκτορά του, τα ερείπια των οποίων, με το όνομα «Κονάκι» διασώζονταν μέχρι το 1960 περίπου. Επάνω στο λόφο «Γορίτσα», που δεσπόζει τον χωριού και στα σπλάχνα του κρύβεται το Σπήλαιο, οι Τούρκοι είχαν στήσει αμυντικό μηχανισμό, για την προστασία των Ιωαννίνων, με πολυβολεία ή «Στικάμια», οπως είναι γνωστά ώς σήμερα, για τα οποία κάνει εκτενή αναφορά η Γκύ Ντε Σαντεπλέρ στο βιβλίο της για τα πολιορκημένα Γιάννινα. Οι κάτοικοι του, όσες φορές χρειάστηκε, πολέμησαν με κάθε τρόπο τους κατακτητές και συνέβαλαν στον απελευθερωτικό αγώνα του 1912-13, μεταφέροντας με τα καΐκια τους, όπως λένε οι παλιότεροι, ανθρώπους και πυρομαχικά από τη μονή Ντουραχάνης προς τη λίμνη Λαψίστας διαμέσου της πυκνής υδρόφιλης βλάστησης, τα κατατόπια της οποίας γνώριζαν πολύ καλά. Παράλληλα διακρίνονταν για τη φιλοπατρία και την αγωνιστικότητά τους. Πολλοί κάτοικοι του χωριού συμμετείχαν στους μετέπειτα εθνικούς αγώνες, τόσο στη Μικρά Ασία, όσο και στον Ελληνοιταλικό πόλεμο, όπου άλλοι τραυματίσθηκαν κι άλλοι έπεσαν υπέρ πατρίδος.